Έχει μέλλον η Ευρώπη;

Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος

Ο Ιούλιος Καίσαρ είχε καταργήσει ουσιαστικά τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία, ασκώντας, πρακτικά ανεμπόδιστος, τη δικτατορική εξουσία του. Υπήρχαν όμως ακόμα οι τύποι της, έστω και χωρίς πολύ περιεχόμενο. Ο Καίσαρ εξακολουθούσε να «ανταμείβει» ματαιοδοξίες απονέμοντας τα αξιώματά της. Προκάλεσε μάλιστα μέγα σκάνδαλο όταν όρισε Γαλάτες στην καταγωγή ως συγκλητικούς.

Παρατηρώντας την εκλογή Προέδρου και Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ διερωτάται κανείς σε ποιό σημείο της μετάβασης, όχι από τη Δημοκρατία στην Ολιγαρχία, αλλά από την Ολιγαρχία στην Αυτοκρατορία, βρίσκονται σήμερα οι «αστικές δημοκρατίες» της Ευρώπης και η «υπερδομή» τους, η Ένωση. Υπάρχει σήμερα δημοκρατία και σε τι ακριβώς συνίσταται;

Σας φαίνεται ίσως υπερβολικό, «ακραίο» το ερώτημα; Μάλλον δεν θα έχετε υπόψιν σας τη δήλωση του Ζοζέ Μπαρόζο: «χρειαζόμαστε μια αυτοκρατορία». Ή το άλλο που είπε, σε μια συνέντευξη στη Figaro, προφανώς απευθυνόμενος στη γαλλική πολιτική τάξη, που διατηρεί από τον καιρό της Μεγάλης Επανάστασης, τη φιλοδοξία μιας «παγκόσμιας αποστολής»: «Όλοι το ξέρουμε ότι οι επόμενες γενιές θα ζήσουν χειρότερα». Πιο εκπληκτικό από τις δηλώσεις του Μπαρόζο, είναι το γεγονός ότι δεν προκάλεσαν καμιά αξιοσημείωτη αντίδραση.

Ορθώς τα ΜΜΕ χαρακτήρισαν τους νέους αξιωματούχους πολιτικές ασημαντότητες, συμπεραίνοντας ότι η Ευρώπη τελεί σε βαθιά κρίση. Μόνο που η Ευρώπη στην οποία αναφέρονται, η Ευρώπη που «προπαγανδίστηκε» στους λαούς της ως προνομιακή μορφή ανεξάρτητης, δημοκρατικής, κοινωνικής, υπερεθνικής ολοκλήρωσης, απλούστατα δεν υπάρχει! Γι’ αυτό και οι 27 Πρόεδροι και Πρωθυπουργοί, όλο και πιο υπάλληλοι αφανών εξουσιών οι ίδιοι, δεν ένοιωσαν καμιά ανάγκη να διορίσουν πρόσωπα με κάποιο πολιτικό βάρος στις κορυφαίες θέσεις της Ένωσης. Σε εθνικό επίπεδο, μας έχουν αφήσει ακόμα την «πολυτέλεια» να μπορούμε τουλάχιστο να διαλέξουμε ανάμεσα στον κ. Καραμανλή και τον κ. Παπανδρέου, την κ. Μπακογιάννη και τον κ. Σαμαρά. Σε ευρωπαϊκό δεν έχουμε ούτε καν αυτή τη «χαρά», μπορούν να μας περιφρονούν χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανένα. Από τις Βρυξέλλες ή το Στρασβούργο έρχεται το 70-90% των αποφάσεων που μας αφορούν, η πραγματική όμως θεσμική δυνατότητα των Ευρωπαίων πολιτών να τις επηρεάσουν τείνει σταδιακά στο μηδέν. Στις εθνικές κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια έχει κυρίως απομείνει η αρμοδιότητα να τις εφαρμόσουν. Στα ΜΜΕ, στα χέρια μιας φούχτας εργοληπτών και εμπόρων όπλων, η αποστολή να τις «πουλήσουν» σε μια όλο και πιο αποβλακούμενη, φροντίδι τους, κοινή γνώμη.

Οι εξουσίες που φεύγουν από το εθνικό επίπεδο, εν ονόματι της υπερεθνικής ολοκλήρωσης, δεν επανεμφανίζονται σε καμιά υπερεθνική δημοκρατία, αλλά σε ένα σύστημα που θυμίζει μοντέρνα εκδοχή φαραωνικής εξουσίας. Στο κέντρο της μια παντοδύναμη, αλλά μη εκλεγόμενη Επιτροπή, με κύρια «εσωτερική» λειτουργία της τη διαρκή «απελευθέρωση των αγορών», κύρια «εξωτερική» λειτουργία της την αέναη διεύρυνση της Ένωσης. Μια παρωδία κοινοβουλίου που δεν διαθέτει τις βασικές εξουσίες των κλασικών κοινοβουλίων. Μια Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με καταστατική αποστολή την «καταπολέμηση του πληθωρισμού», δηλαδή την εγγύηση των κερδών του χρηματιστικού κεφαλαίου, της ηγεμονίας του επί των άλλων μερίδων του κεφαλαίου και των κοινωνιών και της «ελευθερίας των συναλλαγών». Μια ΕΚΤ «ανεξάρτητη» από τις κυβερνήσεις και τους λαούς, απόλυτα εξαρτημένη όμως από την ολιγαρχία του χρήματος. Μοιάζει σαν να διαγράψαμε, μέσα σε τρεις αιώνες, έναν ολόκληρο κύκλο, από την ορατή μοναρχία του Λουδοβίκου ΙΔ’ στην αόρατη κάποιου Ρότσιλντ. Και, πίσω από όλα αυτά, ένα κέντρο στρατηγικών αποφάσεων, μάλλον εκτός παρά εντός Ευρώπης, το ισχυρό «γεωπολιτικό δίπολο» μιας συμμαχίας ΗΠΑ-Ισραήλ, που μοιάζει να έχει αντικαταστήσει την «γεωπολιτική τριάδα» της δεκαετίας του 1970 (ΗΠΑ, Ευρώπη, Ιαπωνία). Όχι τυχαία, οι συνθήκες του Μάαστριχτ και της Λισσαβόνας προνοούν ρητά τον σεβασμό των υποχρεώσεων προς το ΝΑΤΟ.

Ο μέσος Ευρωπαίος εργαζόμενος κυττάει με τρόμο τον κλοσάρ ή τον μετανάστη στον δρόμο του – φοβάται ότι βλέπει το μέλλον του. Μικροί και μεγάλοι αστοί μιας Ευρώπης σε βαθειά παρακμή, έχουν το χρήμα μόνη αξία, παρηγοριά και ναρκωτικό τους, αγκιστρώνονται πάνω του στους καιρούς της αβεβαιότητας, ενός πλανήτη επί του οποίου η Δύση δυσκολεύεται, όλο και πιο πολύ, να κυριαρχήσει. Δεν συνειδητοποιούν ότι αυτό που νομίζουν για σωτηρία και δύναμή τους θα αποδειχθεί η καταστροφή τους. Το μόνο που κατάφεραν να βάλουν οι Γερμανοί στο κέντρο της επανενωμένης πρωτεύουσάς τους, δίπλα στο Ράιχσταγκ και την Πύλη του Βραδενβούργου, ήταν ένα... εμπορικό κέντρο της Σόνι. Κανείς από όσους πήραν το λόγο στους πρόσφατους πανηγυρισμούς, δεν δοκίμασε καν να θέσει, όχι να απαντήσει το ερώτημα, αν ο κόσμος που γεννήθηκε το 1989 ήταν καλύτερος ή χειρότερος από αυτόν που αντικατέστησε.

Η χρεωκοπία του υπαρκτού, ή μάλλον ανύπαρκτου σοσιαλισμού, προηγήθηκε πολλές δεκαετίες της πτώσης του τείχους του Βερολίνου– αυτό που είναι εκπληκτικό είναι το πόσο γρήγορα κατέρρευσαν οι... ελπίδες από την κατάρρευση του Τείχους. Οι εφημερίδες μας απέφυγαν να κάνουν τον απολογισμό της «μετάβασης» γιατί, αν τον έκαναν, θα διαπίστωναν ότι το πρώην σοβιετικό μπλοκ, εφαρμόζοντας τα μοντέλα που του εξάγαμε, γνώρισε τη μεγαλύτερη καταστροφή στην ιστορία του βιομηχανικού κόσμου, των δύο παγκοσμίων πολέμων περιλαμβανομένων, χωρίς άλλωστε να αποκτήσει κάποια άξια λόγου δημοκρατία! (Αν δηλαδή δεν «μετρήσουμε» τη «μετάβαση» σε όρους προπαγάνδας, αλλά σε όρους ΑΕΠ, επενδύσεων, επιστημονικής υποδομής, κοινωνικής υποδομής, διεθνούς βάρους, ηθικής κρίσης, δημογραφίας. Για κάθε έτος καπιταλιστικών «μεταρρυθμίσεων», οι άρρενες Ρώσοι έχασαν ένα έτος προσδόκιμου ζωής). Είναι ασφαλώς αλήθεια ότι το δυτικό «λεωφορείο» είναι καλύτερο όσων εναλλακτικών προτάθηκαν. Μόνο που έχει περιορισμένο αριθμό θέσεων. Οι δυτικές επιτυχίες δεν οφείλονται μόνο σε αρτιότερη οργάνωση, οφείλονται και στη μεταφορά του παγκόσμιου πλεονάσματος στη Δύση επί πεντακόσια χρόνια. Όπως παρατήρησε ένα από τα λαμπρότερα πνεύματα του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού, ο Ζαν-Πιερ Σεβενεμάν, ένα νέο Τείχος, πιο μεγάλο και πιο αόρατο, αντικατέστησε το Τείχος του Βερολίνου: το Τείχος του Χρήματος. Κι όχι μόνο στην Ανατολή. Η εξαφάνιση του ιστορικού αντιπάλου του δυτικού καπιταλισμού επέτρεψε τους μεγάλους πολέμους της Μέσης Ανατολής και διευκόλυνε την χρηματιστική απορρύθμιση που οδήγησε στην κατάρρευση του νεοφιλελευθερισμού, τον Οκτώβριο του 2008.

Το «τέλος της ουτοπίας» κινδυνεύει να αποβεί «τέλος του πολιτισμού». Μας το λένε, καλύτερα μας το φωνάζουν, τα Γκουαντάναμο, οι κάμερες, η παρακολούθηση των πάντων, με ένα τρόπο που κάνει τη Στάζι και την παλιά CIA να μοιάζουν παιδική χαρά. Μας το λέει η διαφθορά των πολιτικών μας, των διανοουμένων μας, των πάσης φύσεως ελίτ. Μας προειδοποιεί για τον επελαύνοντα ολοκληρωτισμό ένα από τα λαμπρότερα πνεύματα της γαλλικής διανόησης, ο Εμανουέλ Τοντ. Θα είχε συμβεί ήδη, θα ζούσαμε κιόλας στον κόσμο του Χάξλευ και του Όργουελ, θα μας διόριζαν πλέον ανοιχτά και όχι έμμεσα τους Πρωθυπουργούς, αν η ψυχή και η ανθρωπιά που έχασαν οι Ευρωπαίοι, δεν είχε... μεταναστεύσει στη Μέση Ανατολή. Η ανθρωπότητα χρωστάει πάρα πολλά στους Σουννίτες του Ιράκ και τους Σιϊτες του Λιβάνου – αυτοί έγιναν ολοκαύτωμα για να σταματήσουν, τουλάχιστον προσωρινά, την επελαύνουσα βαρβαρότητα, με τον ίδιο τρόπο που εμείς οι Έλληνες σταματήσαμε κάποτε την αυτοκρατορία του Δαρείου και του Ξέρξη. Ορισμένοι Ευρωπαίοι πολιτικοί, ο Ντομινίκ ντε Βιλπέν, ο Ζακ Σιράκ, ο Γκέρχαρντ Σρέντερ επίσης έσωσαν, το 2003, την τιμή της Ευρώπης, αφήνοντας ζωντανή μια παρακαταθήκη, μια ελπίδα για το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Υπάρχουν, είναι αλήθεια, Ευρωπαίοι που αντιστέκονται κάπου-κάπου. Αντιστάθηκαν το 2003 στην αμερικανική βαρβαρότητα. Στην Κύπρο αρνήθηκαν το 2004 να αποδεχθούν την κατάργηση του κράτους τους, εν ονόματι της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι Γάλλοι ξεσηκώθηκαν το 2005 και το 2006 εναντίον της νεοφιλελεύθερης Ευρώπης. Αν και απογοητευμένοι, αποθαρρημένοι, οι λαοί χρησιμοποιούν όποιες ευκαιρίες τους δίνονται για να κάνουν ένα ιδιόμορφο «αντάρτικο» στις κάθε λογής εξουσίες (μήπως δεν είναι παράδειγμα αυτής της τάσης τα όσα συνέβησαν με την εκλογή του αρχηγού της ΝΔ;). Τους έχουν προδώσει όμως οι διανοούμενοι και οι ελίτ, ακόμη και οι υποτιθέμενοι ριζοσπάστες πολιτικοί. Οι αντιστάσεις δυσκολεύονται να γίνουν τάσεις. Δεν παύουν όμως να συνιστούν τη μόνη ελπίδα ανάκαμψης μιας πολιτικής και δημοκρατικής Ευρώπης, μέλλοντος κάπως ισάξιου με το παρελθόν της. Η άλλη εναλλακτική που διαθέτουμε είναι η οριστική παρακμή της ηπείρου μας και του πολιτισμού μας, όπως συνέβη με τη «χρυσή παρακμή» του ελληνικού κόσμου της αρχαιότητας.

"Επίκαιρα", 27.11.2009

Αναδημοσίευση από το Dimitris Konstantakopoulos - Ημερομηνία δημοσίευσης: 29-11-09