Ο προφήτης Ιωνάς βγαίνει από το κήτος της θάλασσας. Τοιχογραφία στη Μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο. |
Χρήστος Γιανναράς
ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, που προσπαθεί να κρυφτεί από τον Θεό, να φύγει «εκ προσώπου Κυρίου». Και οργανώνει τη φυγή του με πλοίο, μέσα από τη θάλασσα. Απόπειρα σχεδόν χαριτωμένη, σαν παιδικός αυτοσχεδιασμός σε παιχνίδι. Και ταυτόχρονα, συγκλονιστικό αρχέτυπο της ανθρώπινης περιπέτειας. Το «σημείον» Ιωνά.
Το ταξίδι της φυγής συναντάει τα απροσπέραστα όρια της φύσης. Η θάλασσα αρνείται στο φυγάδα τη δυνατότητα διαφυγής. Και ο Ιωνάς τολμάει το έσχατο άλμα. Η άξια του «σημείου» είναι, κυρίως, ότι διαγράφει τα όρια αυτής της έσχατης απομάκρυνσης. Είναι η κοιλία του κήτους. Το απώτατο όριο της φυγής από τον Θεό, η άβυσσος, τα βαθέα του Άδη. «Εἰς βάθη καρδίας θαλάσσης, λέει ο Ιωνάς, ἒδυ ἡ κεφαλή μου εἰς σχισμάς ὀρέων. Κατέβην εἰς γῆν, ἧς οἱ μοχλοί αὐτῆς κάτοχοι αἰώνιοι».
Εκεί, στα μυθικά αυτά όρια, στα χάη της κοιλίας του κήτους, ο Ιωνάς εγγίζει το τέρμα της φυγής του. Και το τέρμα είναι, φυσικά, ο Θεός. Από την κοιλία του κήτους ο Ιωνάς βρίσκεται εκεί που αρνιόταν να πάει. Μόνο που τώρα ξέρει τι αρνιόταν και τι ζητούσε με τη φυγή. Έχει σημαδέψει ένα δρόμο. Είναι σημάδι τώρα ο Ιωνάς, «σημείον».
Η ανθρώπινη περιπέτεια της φυγής από τον Θεό είναι αφάνταστα πολύμορφη, έχει πολλά πλοία και οδούς φυγής. Κι όλοι οι τρόποι σχεδόν το ίδιο τρυφερά παιδικοί, σαν αυτοσχεδιασμένο παιχνίδι. Και πάντοτε τα ίδια απροσπέραστα όρια της φύσης. Μόνο που δεν τολμάνε όλοι τη φυγή ως το έσχατο. Η ψευδαίσθηση του κατορθώματος είναι συχνό σύμπτωμα στην απόδραση. Γι’ αυτό και το αποκαλυπτικό τέρμα της κοιλίας του κήτους, η ψηλάφηση των βαθέων της αβύσσου, δεν είναι υποχρεωτική κατάληξη της φυγής. Παραμένει μονάχα «σημείον».
Στη μνήμη της Εκκλησίας το σημάδι του Ιωνά ανακαλεί το γεγονός του Μεγάλου Σαββάτου. Το «σημείον» υποτυπώνει το Χριστό, που ακολούθησε τον άνθρωπο ως το έσχατο όριο της φυγής του. Έφτασε ως τα ακραία δυνατά βάθη της ανθρώπινης απομάκρυνσης από τον Θεό. Για να συνδέσει με τη θεία ζωή και τις πιο αβυσσαλέες πτυχές της ανθρώπινης αποστασίας. Τρεις μέρες και τρεις νύχτες στην καρδιά του Άδη, όσο και ο Ιωνάς -σε χρόνο τριαδικό, που θα πει αδιάκοπα παρόντα και αδιάστατο- στο έσχατο όριο της αυτοεγκατάλειψης. Και αυτή η κάθοδος στον Άδη είναι η Ανάσταση: ο Χριστός να αποσπάει τον Αδάμ και τήν Εύα από τα καταχθόνια της κόλασης και του θανάτου με σπαραγμένα τα κλείθρα του Άδη και λελυμένα τα δεσμά των πεπεδημένων. Η βυζαντινή αγιογραφία «είπε» τα όσα άρρητα υποδηλώνει το «σημείον».
Έτσι ο Ιωνάς γίνεται το αρχέτυπο της φυγής μας, αλλά και το αρχέτυπο της σωτηρίας μας. «Ἡ γενεά αὓτη σημεῖον ἐπιζητεῖ, καί σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῆ, εἰ μή τό σημεῖον Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου». Ένας Θεός απρόσιτος στα ύψη του μεγαλείου Του, είναι μέγεθος αδιάφορο για τον άνθρωπο που γνωρίζει την εμπειρία των βαθέων του Άδη. Οποιαδήποτε μεγαλόπρεπη φανέρωσή Του, οποιοδήποτε αντικειμενικό «σημείον» που υποχρεώνει σε αποδοχή και υποταγή, δεν είναι δυνατό να αναστείλει τη φυγή του ανθρώπου. Γι’ αυτό -έστω κι αν αφορμή για τη φυγή μας είναι πολλές φορές η αντικειμενική «σιωπή» του Θεού- δεν θα δοθεί τέτοιο «σημείον».
Για να αναγνωρίσει ο άνθρωπος τη θεϊκότητα του Θεού, πρέπει να την ψηλαφήσει σύμμετρη με τις διαστάσεις της δικής του αβύσσου. Στις διαστάσεις αυτές, διαστάσεις θανάτου και βυθομέτρησης του Άδη, αποκαλύπτεται η αμετρία της θείας αγάπης. Ένας Θεός «κατάστικτος τοῖς μώλωψι», αλλά «καί πανσθενουργός». Σύμμορφος με τον Ιωνά, στα ίχνη της δικής του φυγής, μεταποιώντας την απόδραση σε συνάντηση και κοινωνία. Τα απροσπέραστα όρια της φύσης καταργημένα από την αδιάστατη αγάπη, ο Θεός συσσωματωμένος με την άβυσσο του ανθρώπου, ο Ιωνάς σύγκορμος με την κοιλία του κήτους. Σωτηριώδες «σημείον».
Από το βιβλίο: Χρήστος Γιανναράς, Εορτολογικά παλινωδούμενα, Εκδόσεις Ακρίτας