Ο πολιτιστικός μας «αστιγματισμός»

«Μόνο εάν εμπνέεσαι και εμπνέεις την ψυχή του τόπου σου μπορείς να σηκώσεις τη μοίρα σου στους ώμους σου»...
«Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε κατά πού προχωρούμε»
                                                                        Γ. Σεφέρης
   
Λαοκράτης Βάσσης  
του Λαοκράτη Βάσση Φιλολόγου - συγγραφέα.  

Α. Η ψήφος στον ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, με την πολυσημία της, ήταν πρωτίστως ένα ηχηρό ΟΧΙ στην «αριστερή παρένθεση», που σήμαινε ΟΧΙ στην επιστροφή στον ένοχο για την «χρεοκοπία» μας μεταπολιτευτικό δικομματισμό, οπότε και καταδίκη του. Ήταν όμως, αυτονόητα, και ένα ΟΧΙ στη «διαχειριστική ενσωμάτωση» της Συριζικής Αριστεράς, ως άλλης εκδοχής της «παρένθεσης», που θα ισοδυναμούσε με ταυτοτική μετάλλαξή της και θα εδραίωνε την «διαχειριστική υποτέλεια» της χώρας μας, ως της πρώτης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετανεωτερικής αποικίας χρέους. Κι αν ακυρώθηκε με την ψήφο του λαού η «παρένθεση», η «διαχειριστική ενσωμάτωση» όμως, με ό, τι αυτή προδιαγράφει, μόνο υποθετικός κίνδυνος δεν είναι, όσο δεν αντιμετωπίζεται, με αντίρροπο οραματικό προγραμματισμό και αντισταθμιστική αποφασιστικότητα, η εκπορευόμενη από τη βαθύτερη λογική και του «τρίτου μνημονίου» δυναμική της «ενσωμάτωσης». Καθόλου... άγνωστη κατά τη δύσκολη και αναγκαστική υπογραφή του.

     Γιατί, μόνο άγνωστη δεν είναι η βαθύτερη αιτιότητα που θέλει τη διαχείριση μιας κρίσης, μετεξελιγμένη στην περίπτωσή μας σε οδυνηρή χρεοκοπία (2009), να οδηγεί στην κρίση της διαχείρισης και συνακόλουθα στην περαιτέρω επιδείνωσή της. Καθώς η εσωτερική λογική της κρίσης, όταν πρόκειται για διαχειριστική πολιτική, εμπεριέχεται στη διαχείρισή της με μοιραία τα συνεπαγόμενά της. Όπως συνέβη σ’ εμάς με τη διαχείριση της «χρεοκοπίας» από τους Γ. Παπανδρέου, Παπαδήμο, Σαμαρά και Βενιζέλο, που υπηρέτησαν την «προτεκτορατοποίησή» μας.

Η αδυσώπητη αντιφατικότητα

Β. Με ενυπάρχουσα αυτή τη βαθύτερη αιτιότητα και στο «τρίτο μνημόνιο», που... εμπεριέχει στον εσώτερο πυρήνα του και τα δύο άλλα, ο Αλέξης Τσίπρας καλείται να αντιμετωπίσει την αδυσώπητη αντιφατικότητα μιας ιστορικής πρόκλησης: επιδιώκοντας και να το εφαρμόσει, προς αποφυγήν της πάντα επαπειλούμενης άτακτης χρεοκοπίας μας, αλλά και να βάλει θεμέλια για την αναίρεση της στρατηγικής του δυναμικής. Καθώς, κάθε βήμα εφαρμογής των πνιγηρών όρων του, που δεν συνοδεύεται από ισχυρά... αντίδοτα, είναι και ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα της «διαχειριστής υποτέλειας» του τόπου μας.

     Το αν, βέβαια, θα έπρεπε να αναδεχτεί η Συριζική Αριστερά (Τσίπρας) αυτή την ιστορική ευθύνη και να... λερώσει τα χέρια της, το προσπερνώ, για λόγους που είναι αυτονόητοι, αν δεν χανόμαστε σε ατραπούς «αδιέξοδων ιδεολογισμών» και «μεταφυσικών καθαρολογισμών». Δεν προσπερνώ όμως, που είναι άλλης ώρας πρόβλημα, το πώς και γιατί φτάσαμε, με τους συγκεκριμένους κακούς όρους σ’ αυτήν την οριακή στιγμή. Όπως, που είναι και το μείζον, δεν προσπερνώ το πώς είναι δυνατό, γιατί, παρ’ ότι πολύ δύσκολα, μπορεί να εφαρμοστεί αυτή η επαχθέστατη μνημονιακή πολιτική χωρίς να «ακυρώνεται» η αριστερή ταυτότητα και μαζί της, προπαντός, η αντίμαχη της «διαχειριστικής υποτέλειας» στρατηγική της εθνικής αξιοπρέπειας, που συνυφαίνεται με την ανεξαρτησία και την αυτεξουσιότητα της εθνικής μας συλλογικότητας.

Γ. Από τις πολλές προϋποθέσεις, όπου από τις πρώτες λογίζονται η ποιοτική ανασύνταξη του κινούντος συλλογικού υποκειμένου (ΣΥΡΙΖΑ) και της κινούσας, υπό τον Αλέξη Τσίπρα, ηγετικής ομάδας, καθοριστική είναι η εμπνέουσα την όλη πορεία προς το μέλλον κινούσα ιδέα, το στρατηγικό μας δηλαδή όραμα. Που στην περίπτωσή μας πρέπει διαρκώς να σηματοδοτεί το μεταμνημονιακό ξέφωτο της ιστορίας μας και την πέραν αυτού προοπτική μας, διασφαλίζοντας τον σωστό μας προσανατολισμό, αλλά και αποτρέποντας την προειρημένη «ενσωμάτωσή» μας στο σύστημα της υποτελούς διαχείρισης της εξουσίας (ως... ψευδώνυμη πλέον Αριστερά!).

     Γιατί, χωρίς την εμπνέουσα καθαρότητα αυτού του οράματος, στο οποίο δεν πρέπει να ενυπάρχει ούτε καν υποψία εξαρτησιακού ετεροπροσδιορισμού (όπως, ας πούμε, μεταπρατικές λογικές... προσαρτηματικού ευρωπαϊσμού, που αγνοούν τη βαρύτητα της ιστορικο/πνευματικής ταυτότητας του ελληνισμού ως μήτρας πολιτισμού, αλλά και τη σύνθετη σχέση του με την Ευρώπη), μοιραία και αναπότρεπτα η «τακτική αναδίπλωσή» μας θα μετεξελιχτεί σε «στρατηγική αναδίπλωση». Κι ο κίνδυνος μιας τέτοιας εξέλιξης μόνο υποθετικός δεν είναι, αν «διαβάζουμε» σωστά τα ανησυχητικά μηνύματα του όλο και πιο πολύ δοκιμαζόμενου στην «διαχειριστική μέγγενη» λαού μας (που για να έχει λόγο να σπρώχνει το «κάρο», χρειάζεται... φωτάκι ελπίδας στο βάθος του ορίζοντα!).

Έλλειμμα εθνικής στρατηγικής

Δ. Δεν είναι τούτου του κειμένου μια ευρύτερη αναφορά στο πολύ μελαγχολικό ζήτημα των αδιέξοδων στρατηγικών θεωρήσεων της πληθυντικής μεταπολιτευτικής Αριστεράς (χωρίς να εξαιρείται και η Συνασπισμικο/συριζική, με το καθ’ οδόν «στεγασθέν» σ' αυτήν μεγάλο μέρος των στελεχικού περισσότερο χαρακτήρα θραυσματικών αριστερών και αριστερίστικων ομάδων). Που με τους ετεροφωτισμούς τους (Μόσχα, Ευρώπη, Πεκίνο, Αλβανία!) εξέφραζαν, με μαρξολογική... εμβρίθεια, όλες τις εκδοχές της «αριστερής μεταφυσικής», καθηλώνοντάς την, μοιραία, στο παρελθοντοκεντρικό περιθώριο του πολιτικού παιγνίου τής διακυβέρνησης της χώρας μας (ως που να έρθει η «χρεοκοπία» και ο... Τσίπρας!).

     Είναι όμως τούτου του κειμένου η έστω και μια πρώτη «ανάγνωση» του συνεχιζόμενου στρατηγικού ελλείμματος της Συριζικής Αριστεράς, που, καθώς τώρα βρίσκεται και στο τιμόνι της διακυβέρνησης, συνδέεται απολύτως με το μείζον έλλειμμα εθνικής στρατηγικής του τόπου μας και του ελληνισμού στο σύνολό του. Που, εντέλει, και στις δύο περιπτώσεις είναι στο βάθος του μείζον πολιτιστικό έλλειμμα και πρόβλημα. Από τη θεώρηση μάλιστα του οποίου εξαρτάται και το πώς βλέπουμε το ιστορικο/πολιτιστικό μας παρελθόν (όπως, ας πούμε, την ιστορική μας συνέχεια, την πολιτιστική μας ιδιοπροσωπία, την ελληνικότητα, την εθνική μας ταυτότητα...) και συνακόλουθα πώς βλέπουμε το πολιτιστικό και εθνικό μας μέλλον πρωτίστως στην Ευρώπη αλλά και ευρύτερα στον σύγχρονο κόσμο.

     Γιατί, άλλη είναι η θεώρησή του από όλες τις εκδοχές του νοσηρού ελληνοκεντρισμού (με τον εθνο/φυλετικό τοξικό «βυθό» του!), άλλη από όλες επίσης τις εκδοχές του εξίσου νοσηρού αντιελληνοκεντρισμού (όπου προεξάρχει επιστημονικοφανώς και προοδευτικοφανώς, ενίοτε και αριστεροφανώς, ο ιστορικός αναθεωρητισμός και ο συνακόλουθος αποδομητισμός της εθνο/πολιτιστικής αξιακής βάσης του ελληνισμού!). Αλλά και άλλη η διεμβολιστική θεώρηση αυτών των δύο νοσηρών πόλων στη βάση των όσων μας ορίζουν (και) οι νεότεροι πνευματικοί μας ταγοί: από τον Ρήγα, τον Σολωμό και τον Κάλβο ως τον Σεφέρη, τον Ελύτη και τον Ρίτσο. Που είναι και η μόνη σηματοδοτική τής στρατηγικής διεξόδου προς το μέλλον τής ελληνικής μας συλλογικότητας θεώρηση. Καθώς μόνο εάν εμπνέεσαι αλλά και εμπνέεις την «ψυχή» του τόπου σου, μπορείς να σηκώσεις τη μοίρα του στους ώμους σου, όπως έπραξε η Εαμική Αριστερά και η Εθνική Αντίσταση. Κι ως προς αυτό είναι, ενδεικτικώς, κρίσιμα διδακτική η ιστορική διακήρυξη: «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ» του Γληνού, η μνημειώδης Ομιλία του Άρη στη Λαμία, αλλά και η ιστορική σοφία του Σβορώνου, όπως αποτυπώνεται και στο εκδοθέν μετά το θάνατό του οδηγητικό για όλους μας κείμενό του: «Το Ελληνικό έθνος: Γένεση και διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού»).

Ε. Παρ’ ότι θα έπρεπε, με βάση και τις ποιοτικές Εαμικές καταβολές, πολιτιστικές (Άρης: «Εμείς την ελληνικότητά μας την αποδείξαμε»!) και πατριωτικές (όπως τις ανασαίνουμε στα αντάρτικα τραγούδια!), της συντριπτικής πλειοψηφίας του κόσμου μας, να είναι δεδομένη για την Συριζική Αριστερά η πολιτιστική φιλοσοφία της διεμβόλισης του παγιδευτικού για το μέλλον του τόπου μας δίπολου: του εθνικισμού δηλαδή από την μια και της αποεθνοποίησης από την άλλη, με όλα τους τα συμπαρομαρτούντα, δεν μπορούμε δυστυχώς να πούμε πως είναι. Κι αυτό γιατί, ενώ, αυτονοήτως, είναι απόλυτο το μέτωπο εναντίον του πόλου της «εθνικιστικής τύφλωσης», δεν ισχύει το ίδιο και με τον πόλο της «αντι-εθνικιστικής... αχρωματοψίας», λόγω της (προνομιακής!) επικυριαρχίας στις Συριζικές γραμμές, με επικαλυπτικούς όρους επικοινωνιακής «ιδεολογικής ηγεμονίας», του... περιώνυμου μετανεωτερικού «ρεύματος σκέψης» του ιστορικού και όχι μόνο αναθεωρητισμού. Καθώς, με το ιδεολογικό του «στίγμα» και με το, περίπου, ταλιμπανικό πάθος άρνησης της ιστορικής συνέχειας του ελληνικού έθνους, αλλά και με τις επιστημονικοφανείς αποδομήσεις τής εν διαρκεί εξελίξει διαχρονικής ταυτοτικής υπόστασης του ελληνισμού, μεταπλάθει τον διακηρυσσόμενο αντι-εθνικισμό του σε απο-εθνοποίηση. Ρίχνοντας έτσι νερό στον μετανεωτερικό και νεοταξικό μύλο της αποταυτοποιημένης «ενσωμάτωσής» μας στην Ευρώπη και στο παγκοσμιοποιούμενο διεθνές περιβάλλον.

     Επειδή δεν χωράει εδώ μια ευρύτερη αναφορά σε αυτό το ιδιαζόντως κρίσιμο «ρεύμα σκέψης» (προφανώς στο πλαίσιο του μεταπολιτευτικού «εκσυγχρονισμού», που στη Σημιτική περίοδο περίπου προσέλαβε διαστάσεις... αντεστραμμένης «εθνικής ιδεολογίας»!), θα αρκεσθώ να τονίσω πως όσο αυτό θα διαχέει... αριστερότροπα την εθνο/πολιτιστική «αχρωματοψία του» στις γραμμές της, χωρίς ούτε υποψία ιδεολογικής άμυνας στον ισοπεδωτικό νεοταξικό «κοσμοπολιτισμό», η Συριζική Αριστερά θα... ολισθαίνει στον μεταλλακτικό «συστημικό» κατήφορο, αδυνατώντας, σε κάθε περίπτωση, να αναδειχτεί σε ηγέτιδα εθνική δύναμη.

Η επαπειλούμενη «ενσωμάτωση»

ΣΤ. Με την εθνική μας συλλογικότητα τραγικά αμήχανη σ’ αυτό το πολύ οριακό σταυροδρόμι της ιστορίας της, καθώς, μαζί με τη «χρεοκοπία της Μεταπολίτευσης», έχει εξαντληθεί συνολικότερα το «μοντέλο» της μεταπολεμικής Ελλάδας, αλλά και με τη Συριζική Αριστερά να προσπαθεί, με την θηλιά του τρίτου μνημονίου στο λαιμό της, να αντιμετωπίσει τα... ασήκωτα βάρη (και) της «χρεοκοπίας» (και) της παρεπόμενής της «διαχειριστικής υποτέλειας» (χωρίς να ενσωματωθεί στη στρατηγική της λογική!), ίσως μοιάζει πολύ... υπερβολική η πρόταξη της «πολιτιστικής αχρωματοψίας» της ως μείζονος σημασίας προβλήματος (τόσο) για την ίδια (όσο) και για τον ελληνισμό στο σύνολό του. Δεν είναι όμως, αν σκεφτούμε πως η βαθύτερη ρίζα της μεταπολιτευτικής κακοδαιμονίας, που έφερε «τη χρεοκοπία», βρίσκεται στην προϊούσα (παρακμιακή) πολιτιστική κρίση των δεκαετιών της, αλλά και πως η υπέρβαση της υπαρξιακής οριακότητας, στην οποία, με περισσή αφροσύνη και χωρίς στοιχειώδη εθνική αυτεπίγνωση, έχουμε φτάσει, δεν αντιμετωπίζεται παρά με αφυπνιστικό πολιτιστικό συναγερμό και... άστραμμα της «ψυχής» του λαού μας, με τα ανεκτίμητα αξιακά της φορτία. Όπως, τηρουμένων των αναλογιών, σε όλες τις μεγάλες ανατάσεις της νεότερης ιστορίας μας, για να περιοριστούμε μόνο σ΄ αυτή την περίοδο, από την εθνεγερσία του ΄21 ως το έπος του ΄40 και της Εθνικής Αντίστασης.

     Οπότε, πολιτιστικό είναι στο βάθος του το πρόβλημα του τόπου μας, πολιτιστική και η λύση του. Με αυτονόητο πάντοτε πως στα πολύ δύσκολα, σαν αυτά που περνάμε ως μετανεωτερική αποικία χρέους, οι λαοί κρατιούνται από την «ψυχή» τους.

Ζ. Τούτων δοθέντων και με αυτονόητα δεδομένο πως δεν υπάρχει ενδιάμεσος δρόμος ανάμεσα στην εφαρμοζόμενη, μετά τη «χρεοκοπία», στρατηγική της «διαχειριστικής υποτέλειας» και την (κατεπειγόντως ζητουμένη!) στρατηγική της εθνικής αξιοπρέπειας, «πρέπει, όπως το λέει και ο ποιητής, να λογαριάσουμε κατά πού προχωρούμε». Με βαθιά σε κάθε περίπτωση συνείδηση πως η εθνική αξιοπρέπεια δεν νοείται χωρίς αξιοπρέπεια πολιτιστικής ιθαγένειας, εκπορευόμενη από το αξιακό και ταυτοτικό βάθος του ελληνισμού, όπως και δεν νοείται εθνική στρατηγική χωρίς πολιτιστική στρατηγική, χωρίς δηλαδή να θεμελιώνεται στο αξιακό και ταυτοτικό βάθος του ελληνισμού στους πυκνούς αιώνες της ιστορίας του (που τόσο η συνέχειά τους ενοχλεί τους... μεταπράτες του εγχώριου «ιστορικού αναθεωρητισμού», που αναμηρυκάζουν την αγγλοσαξονική ιστοριογραφία!). Καθώς, πολύ περισσότερο και σε κάθε περίπτωση, δεν νοείται στρατηγική εθνικής αξιοπρέπειας (που απολύτως συνυφαίνεται ως πεμπτουσία της, όπως ήδη έχουμε αναφέρει, με την ανεξαρτησία και την αυτεξουσιότητα της εθνικής μας συλλογικότητας!) μέσα σε κλίμα «πολιτιστικού αστιγματισμού» και «αντι-εθνικιστικής... αχρωματοψίας».

     Που, εν κατακλείδι, σημαίνει πως πολιτιστικός, με τη βαθύτερη σημασία του, είναι κυρίως ο κίνδυνος της επαπειλούμενης «ενσωμάτωσής» μας, της μετεξέλιξης δηλαδή της τακτικής (Συριζικής) αναδίπλωσης σε στρατηγική, πολιτιστικός συνακόλουθα και ο «μίτος», ως κατεπείγον ζητούμενο, για να βγούμε απ΄τον μνημονιακό λαβύρινθο και να πατήσουμε στην ανοιχτή δημοσιά της Ιστορίας μας. Με καταφανή την ιστορική ευθύνη του Αλέξη Τσίπρα να πρωταγωνιστήσει (εδώ και τώρα, γιατί είναι ήδη αργά) για τη χάραξη πολιτιστικής και εθνικής στρατηγικής... τούτων δοθέντων!

Αναδημοσίευση από τα Επίκαιρα - Ημερομηνία δημοσίευσης: 15-01-2016