Θεωρίες συνομωσίας, διάχυση ευθύνης και «ισχυρή Ελλάδα»

Γιώργος Κοντογιώργης

      Αυτό που συνάγεται αβίαστα από την κρίση που μαστίζει τη χώρα είναι ότι η πολιτική τάξη, στην οποία εμπιστεύθηκε η κοινωνία εν λευκώ τις τύχες της, λεηλάτησε ακόμη και την εθνική άμυνα. Δεν δίστασε δηλαδή να υπονομεύσει την ίδια τη δυνατότητα της χώρας να προστατεύσει την ελευθερία της.

      Το ενδιαφέρον, εντούτοις, έγκειται στο ότι η κακοδαιμονία της χώρας εξακολουθεί να αποδίδεται από μια μερίδα στην οργανωμένη συνομωσία ξένων. Το και ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι ότι και την λύση του προβλήματος η καθεστωτική ολιγαρχία την εναποθέτει ή την μεταθέτει στους ξένους, έναντι ανταλλάγματος προφανώς την εκχώρηση συμφερόντων και ελευθερίας.

      Η αλήθεια βεβαίως είναι ότι οι ξένοι κάθονται απλώς στην άκρη του "ποταμιού" και περιμένουν σαν ώριμο φρούτο την παράδοση της χώρας σ' αυτούς. Οι μεγάλες ήττες του ελληνισμού, συνέβησαν στην πρωτεύουσά του, όχι στα σύνορα ούτε στο πεδίο της διπλωματίας. Τις προετοίμασε η άρχουσα πολιτική τάξη (ομού με τους συγκατανευσιφάγους), οσάκις κατάφερε να αυτονομηθεί από την κοινωνική συλλογικότητα. Στο πλαίσιο αυτό, δεν δίστασε να μεταβάλει και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας σε "βαρίδια" εξάρτησης.

      Το όλο αυτό σκηνικό εμπλουτίζεται με μια εξίσου ενδιαφέρουσα παράμετρο της πολιτικής ζωής. Όταν έρχεται η ώρα της αναζήτησης πολιτικών ευθυνών για την κακοδαιμονία της χώρας, το επιχείρημα μας υπενθυμίζει ότι υπέχουμε όλοι ευθύνη. "Εμείς εκλέγουμε" τους πολιτικούς, οι πολιτικοί απεικονίζουν την ποιότητα της κοινωνίας και, εν πάσει περιπτώσει, το κακό επήλθε επειδή ο καθένας σκέφτεται για "πάρτη" του και όχι για το σύνολο.

      Οίκοθεν νοείται ότι οι ισχυρισμοί αυτοί είναι σαθροί καθόσον η πολιτεία ορίζει τους όρους λειτουργίας του πολιτικού προσωπικού, το πλαίσιο της εξάρτησης ή της αυτονομίας του έναντι της κοινωνικής συλλογικότητας, και κατά τούτο το καθεστώς της συμμετοχής της τελευταίας στην κοινωνική/οικονομική ζωή και στα πολιτικά δρώμενα. Με απλούστερη διατύπωση, η απλή λογική διδάσκει ότι εάν κάποιος -εν προκειμένω το πολιτικό προσωπικό- κατέχει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό την αρμοδιότητα να αποφασίζει ελευθέρως για ένα ζήτημα, χωρίς ο τρίτος -εν προκειμένω η κοινωνία των πολιτών- να δικαιούται να έχει άποψη, να ερωτάται, να τον ελέγχει, να του ζητά ευθύνες, να τον ανακαλεί, τότε αυτός ο κάποιος είναι εξ ολοκλήρου υπεύθυνος για το αποτέλεσμα.

      Η πολιτεία της εποχής μας εντέλλεται ακριβώς ότι η κοινωνία είναι ιδιώτης, δεν μετέχει στην πολιτική διαδικασία, απλώς νομιμοποιεί το ήδη επιλεγμένο από τους μηχανισμούς πολιτικό προσωπικό, χωρίς περαιτέρω δικαίωμα ουδέ καν να του απευθύνει μομφή για την ιδιοποίηση της εξουσίας. Η ψήφος που αποδίδεται στον πολίτη κρίνεται από το περιεχόμενό της: εν προκειμένω, δεν έχει ούτε αντιπροσωπευτικό ούτε προφανώς δημοκρατικό περιεχόμενο.

      Το τραγικό ωστόσο βρίσκεται αλλού και συγκεκριμένα στο γεγονός ότι η κοινωνία μας, έχει αποδεχθεί και ενσωματώσει την συνενοχή για το αποτέλεσμα της πολιτικής, με το επιχείρημα ότι βιώνουμε τη δημοκρατία. Και ότι επομένως, η όποια λύση εκτός του παρόντος πολιτικού συστήματος μας οδηγεί στη δικτατορία.

      Τα ερωτήματα στο πλαίσιο αυτό είναι αμείλικτα: Πόσοι άραγε, από όσους προσφέρονται να αυτοενοχοποιηθούν, είναι σε θέση να συνεκτιμήσουν το γεγονός ότι οι κοινωνίες αποτελούν συγκροτημένες σε έννομη πολιτεία οντότητες και όχι ένα τυχαίο και άναρχο συνοθύλευμα ιδιωτών με αυτόκλητες συμπεριφορές; Ότι επομένως η λειτουργία ενός εκάστου στο κράτος δεν αποτελεί προσωπική επιλογή και σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει παράδειγμα κοινωνίας που επιβίωσε από τη στιγμή που η συμμόρφωση με τη συλλογικότητα αφέθηκε στην καλή προαίρεση ενός εκάστου; Να υποθέσουμε ότι δεν γνωρίζουμε πως ο ατομοκεντρισμός, στα μεν προδημοκρατικά συστήματα ορίζεται ως το γεγονός της αντίταξης της ατομικότητας στο συλλογικό γίγνεσθαι, ενώ στη δημοκρατία με την αντίστιξη της ατομικότητας σ' αυτήν;

      Πόσοι άραγε είναι έτοιμοι να συνομολογήσουν ότι οι κοινωνίες υπό το σημερινό πολιτειακό σύστημα δεν συγκροτούν θεσμική συλλογικότητα, ότι δεν μετέχουν της πολιτείας και άρα ότι δομούνται ως ιδιώτες; Ότι η επιτυχία ενός εκάστου επιβραβεύεται εάν ως άτομο ευδοκιμήσει, ακόμη και σε βάρος της συλλογικότητας, ότι δεν αποτιμάται σε συνάρτηση με την συμβολή του στην ευημερία και την ελευθερία της;

      Πόσοι λαμβάνουν υπόψη, όταν διερωτώνται για τα δημόσια πράγματα, ότι δεν τους πέφτει λόγος για τον τρόπο της διαχείρισης των συμφερόντων τους ; Ότι δεν τους αναγνωρίζεται "έννομο συμφέρον" να αξιώσουν την συνεκτίμηση της βούλησης τους ή, έστω, να ελέγξουν, να ζητήσουν ευθύνες από τους ιθύνοντες εάν τους βλάψουν; Ότι δεν έχουν δικαίωμα να εναντιωθούν στον ηγέτη για τις επιλογές του ή εάν τους εξαπάτησε, να παρέμβουν και να σταματήσουν την καταστροφή;

      Πόσοι ενθυμούνται ότι οι πολιτικοί ιθύνοντες, που κατέχουν σε πρώτο και τελευταίο βαθμό την πολιτική εξουσία/σύστημα, επιδίδονται συστηματικά στην αποδόμηση των δημοσίων πολιτικών, ιδιοποιούνται το κοινό αγαθό, απεργάζονται την αποσύνθεση των θεμελίων της κοινωνικής συλλογικότητας ή υπονομεύουν τη συγκρότησή της, επιβραβεύουν τη διαπλοκή και τη διαφθορά, χωρίς να υπέχουν καμία ευθύνη; Ότι δηλαδή η πολιτική τάξη και μάλιστα ένας, ο πολιτικός ηγέτης, δικαιούται εκ του νόμου να εξαπατά, να καταδολιεύει μια ολόκληρη κοινωνία, ηθελημένα και εκ συστήματος; Ότι η πολιτική τάξη είναι υπεράνω του νόμου δίκην απολυταρχίας, ότι έχει δια χειρός της αυτοεξαιρεθεί από το κράτος δικαίου;

      Η κοινωνία ζει καθημερινά το δράμα της αυτοενοχοποίησής της, χωρίς να συνεκτιμά ότι τα μέλη της -οι πολίτες και ουσιαστικά οι υπήκοοι- λειτουργούν στο πλαίσιο του συστήματος που τους υπαγόρευσαν οι Ολιγάρχες, το οποίο για να την κοιμίσουν το αποκαλούν δημοκρατία; Φταίμε εμείς που δεν πληρώνουμε φόρους όχι αυτοί που έστησαν το σύστημα που επιβραβεύει τη φοροδιαφυγή. Εμείς που διαπλεκόμεθα για να έχουμε τις υπηρεσίες τις οποίες δικαιούμεθα ως πολίτες και όχι εκείνοι που έκαμαν αναγκαία συνθήκη, υποχρεωτική τη διαπλοκή και τη διαφθορά. Φταίνε οι ξένοι τέλος που υπέβαλαν τη χώρα σε καθεστώς κατοχής και λεηλατούν τον πλούτο της, ότι απέμεινε από τις βάσεις της ευημερίας μας, και όχι εκείνοι που την λεηλάτησαν και την υπέβαλαν στη συνέχεια στην εξάρτηση, προκειμένου να διαφυλάξουν αλώβητο το δικό τους καθεστώς.

      Όταν μια ολόκληρη πολιτική τάξη στέλνει ομοθύμως το λογαριασμό της λεηλασίας στο εξωτερικό, για να δώσουν οι ξένοι λύση στο εσωτερικό πρόβλημα, αντί να λάβει έστω την τελευταία στιγμή τα αναγκαία μέτρα για την ανάταξη της χώρας, το τίμημα θα είναι αναπόφευκτα βαρύ. Και θα είναι διπλά βαρύ διότι οι ξένοι θα στηριχθούν στους εσωτερικούς δυνάστες για να εφαρμόσουν και περαιτέρω να νομιμοποιήσουν τις πολιτικές τους. Δεν χρειάζεται στο πλαίσιο αυτό να είναι κανείς μάντης για να προβλέψει το αποτέλεσμα: ποιος θα καταβάλει το τίμημα της λεηλασίας, πώς προδικάζεται το μέλλον της χώρας, ότι μέσα στην τωρινή καταστροφή οικοδομούνται οι συνθήκες για την επόμενη ή τις επόμενες καταστροφές που θα ακολουθήσουν και θα αποτελειώσουν τη χώρα.

      Αρκεί εμείς όλοι να πιστέψουμε για μια ακόμη φορά τους πολιτικούς Ολιγάρχες, όλου του πολιτικού φάσματος, που διαγκωνίζονται για τη νομή του κράτους, επαγγελλόμενοι ξανά την "ισχυρή" ή τη "νέα Ελλάδα". Αρκεί να συνεχίσουμε να επενδύουμε στην εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, αντί να θέσουμε στον εαυτό μας το ερώτημα γιατί συνεχίζουμε να αναζητούμε την σωτηρία μας, να εμπιστευόμαστε εν λευκώ τη διακυβέρνησή μας στους ολίγους, και δεν αξιώνουμε να μας επιστραφεί ένα τουλάχιστον μέρος της πολιτικής κυριαρχίας; Να γίνουμε ως κοινωνία των πολιτών θεσμικοί εταίροι της πολιτείας;

      Εάν συνεχίσουμε έτσι δεν θα αργήσει η ώρα που οι κράχτες της πολιτικής, οικονομικής και πνευματικής ολιγαρχίας θα μας διαβεβαιώσουν ότι και η επόμενη καταστροφή θα έχει υφανθεί όχι από αυτούς, αλλά από ξένους συνωμότες, τους οποίους ωστόσο στη συνέχεια θα τους τοποθετήσουν ως σωτήρες μας, δηλαδή ως συνδαιτυμόνες στο μεγάλο φαγοπότι. Ότι σε τελική ανάλυση θα φταίει η κοινωνία που "εξέλεξε" αυτό το πολιτικό προσωπικό. Δεν θα αμφισβητήσει την αθλιότητά του, όπως και στην παρούσα κρίση. Απλώς θα ισχυρισθεί ότι είναι εξίσου άθλιο όσο και αυτοί που το επέλεξαν. Η "εικόνα" της κοινωνίας είναι η "εικόνα" τους.

      Προφανώς, δεν μας χρειάζεται πιο παραστατικό επιχείρημα για να επιβεβαιωθεί ο ισχυρισμός μας ότι αυτό, το αναντίστοιχο προς την ελληνική κοινωνία, πολιτικό σύστημα έχει μια βαθιά εκλεκτική συγγένεια με τα κοινωνικά "λύματα". Εξού και δεν παράγει φιλοδοξία. Διότι η φιλοδοξία εγκαταβιοί στα συστήματα που είναι εναρμονισμένα με την κοινωνική συλλογικότητα. Στη δημοκρατία και κατ' ελάχιστον στην αντιπροσώπευση, όχι στις ολιγαρχίες. Μόνον εκεί παράγονται οι μεγάλοι ηγέτες.

Αναδημοσίευση από το περιοδικό manifesto - τ.39, Δεκ 2014