Ψευδής ιστορικά η ιδέα της επινόησης του «Έθνους», επιδιώκει σκοπούς πολιτικούς

 
«Η Ελλάς ευγνωμονούσα»
Πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη
 

Γιώργος Κοντογιώργης

ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ της Επανάστασης θα ήταν αρκετό, για οποιαδήποτε άλλη χώρα, ως απάντηση στο ερώτημα αν υπήρξε ελληνικό έθνος πριν από την Επανάσταση. Στη χώρα μας, ωστόσο, το διάβημα αυτό, από μόνο του, δεν αρκεί, ούτε και η αλυσίδα των εξεγέρσεων που προηγήθηκαν. Δεν αρνούνται, προφανώς, οι νεωτερικοί κρατικοί διανοούμενοι τον επαναστατικό χαρακτήρα των «γηγενών» πληθυσμών του ελλαδικού χώρου. Ισχυρίζονται όμως ότι η πρόθεση τους δεν ήταν εθνική.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, έχει ενδιαφέρον να προσεχθεί ότι η άρνηση του εθνικού χαρακτήρα της Ελληνικής Επανάστασης δεν εδράζεται σε πραγματολογικά δεδομένα -όπως θα ήταν για παράδειγμα η δήλωση των επαναστατημένων πληθυσμών ή των ηγητόρων τους ότι εξεγέρθηκαν ενδεχομένως για κοινωνικούς ή για θρησκευτικούς λόγους-, αλλά στην ασυμβατότητα του φαινομένου με τον δυτικοευρωπαϊκό κανόνα. Αφού εκεί, στη δυτική Ευρώπη, δεν σημειώνονται ουσιαστικά εθνικές παρά μόνο κοινωνικές επαναστάσεις και, μάλιστα, το έθνος δημιουργήθηκε από το κράτος και αποτελεί γι' αυτήν -για την Εσπερία- νεότερο δημιούργημα, δεν μπορεί να έχει συμβεί κάτι διαφορετικό στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο. Άρα δεν υπήρξε ελληνικό έθνος πριν από το ελληνικό εθνικό κράτος και, κατ' επέκταση, η επανάσταση δεν ήταν εθνική.

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ με τη νεωτερική κρατική διανόηση είναι ότι τους διαψεύδει το πραγματολογικό υλικό. Οι διακηρύξεις εν όψει της Επανάστασης είναι σαφείς, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι πρόθεση των συντακτών τους είναι η εθνική απελευθέρωση. Το ίδιο συμβαίνει και με τις πηγές της ίδιας της Επανάστασης, όπου όλοι οι συντελεστές της δηλώνουν ότι σκοπός τους ήταν η αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Θα προσθέσω, επίσης, ότι οι πηγές για το έθνος και την εθνική απελευθέρωση είναι άπειρες, σαφείς και αδιάπτωτες καθ' όλη την ιστορική διαδρομή του Ελληνισμού και, συγκεκριμένα, στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ώστε να μην αφήνουν κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Υπό το ίδιο πρίσμα, δε, δηλαδή ως εθνική, αντιμετώπισαν την Ελληνική Επανάσταση και οι Ευρωπαίοι συγκαιρινοί της.

ΟΙ ΠΗΓΕΣ αυτές έχουν δημοσιευθεί, είναι προσιτές επομένως σε κάθε ερευνητή. Να υποθέσουμε ότι τις αγνοούν; Είναι πολύ πιθανό. Όμως, το πιθανότερο είναι ότι η παράκαμψη των πηγών είναι εσκεμμένη. Διότι, όσο και αν φαίνεται παράξενο, ο λόγος για το έθνος και τον εθνικό χαρακτήρα της Ελληνικής Επανάστασης δεν αφορά την Ιστορία, αλλά ζωτικά ζητήματα του σήμερα. Αναφέρω εντελώς ενδεικτικά την ανάγκη να νομιμοποιηθούν το ασύμβατο του «προ-πολιτειακού» χαρακτήρα του νεότερου κράτους με την πολιτική ανάπτυξη της ελληνικής κοινωνίας, η δυτική ηγεμονία στον κόσμο, που συνεπάγεται το ομόλογο δόγμα της «δυτικής» υπεροχής, έναντι όχι μόνο του παρόντος, αλλά και του «προ-νεοτερικού» παρελθόντος, και κατ' αυτάς το διατακτικό της νέας τάξης, που απαιτεί την απομείωση των εθνικών συλλογικοτήτων, προκειμένου να αναπτυχθεί ακώλυτα η πολιτική κυριαρχία των αγορών. Αυτό που τρομάζει την κρατική διανόηση είναι η προοπτική της εισόδου της κοινωνίας των πολιτών στην πολιτεία.

ΕΞ ΟΥ ΚΑΙ Η ΑΡΝΗΣΗ του εθνικού χαρακτήρα της Ελληνικής Επανάστασης ακολουθείται και από άλλες ιδεολογικά σημασμένες επιλογές της κρατικής διανόησης, όπως η ιστόρηση του Ελληνισμού με βάση τα πεπραγμένα του κράτους και όχι των κοινωνιών του, η ταξινόμηση του ως προσαρτήματος της δυτικής εξέλιξης, κατά την εικόνα του προβληματικού ελληνικού κράτους, η ενοχοποίηση της κοινωνίας και του παρελθόντος της (της Τουρκοκρατίας κ.λπ.) για τις δυσμορφίες του κράτους και τη μη ανταποκρισιμότητά του στην εθνική και κοινωνική προσδοκία και πολλά άλλα.

ΩΣΤΕ, το επιχείρημα για την ύπαρξη ελληνικού έθνους πριν από το κράτος-έθνος και, μάλιστα, πριν από τη νεωτερικότητα, εδράζεται σε ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός: ότι ο ελληνικός κόσμος ήταν ο μόνος που συγκέντρωνε ιστορικά τις προϋποθέσεις γι' αυτό. Ήταν κοινωνία εν ελευθερία, διέθετε δηλαδή τη θεμέλια βάση πάνω στην οποία οικοδομείται υποχρεωτικά η (ατομική και συλλογική) ταυτότητα. Στον αντίποδα, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες απέκτησαν συλλογική (εθνική) ταυτότητα κατά τους νεότερους χρόνους, διότι προηγουμένως ήταν φεουδαλικές. Με άλλα λόγια, επινόηση αποτελεί η ιδέα περί της μη ύπαρξης του ελληνικού έθνους πριν από το κράτος-έθνος και, μάλιστα, πριν από τη νεωτερικότητα, και όχι το ελληνικό έθνος καθαυτό.

ΠΕΡΙΤΤΕΥΕΙ να πω, βέβαια, ότι η ιδέα της επινόησης είναι ψευδής ιστορικά ακόμη και για τις χώρες της Εσπερίας. Επιδιώκει σκοπούς πολιτικούς, ανάλογους με εκείνους που επιδίωκε ο κλασικός εθνικισμός. Εγγράφεται στην υπηρεσία του εθνικισμού των ηγεμόνων της νεωτερικότητας, ενώ από πολιτειακή άποψη είναι παραδειγματικά ολιγαρχική.

Η ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ακριβώς αυτή των δύο εθνικισμών συντελεί ώστε οι «εσωτερικοί» φορείς του εθνικισμού της νεωτερικότητας να μη διστάζουν να υιοθετήσουν τον εθνικισμό γειτόνων εναντίον της χώρας, προκειμένου, όπως αφήνουν να εννοηθεί, να αντιμετωπίσουν τον συχνά νομιζόμενο «ελληνικό» εθνικισμό.

 

* Ο Γιώργος Κοντογιώργης είναι καθηγητής και πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου, συγγραφέας του βιβλίου «Περί έθνους και ελληνικής συνέχειας», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ιανός.

Αναδημοσίευση από τον Τύπο της Κυριακής - Ημερομηνία δημοσίευσης: 26/27-03-11