Η ουσία της πολιτικής

Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος  
Κ. Ι. ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ κ.ά., Περί της πολιτικής. Επίλεκτα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ΜΙΕΤ, 2004  
Κ. Ι. Δεσποτόπουλος κ.ά., Περί της πολιτικής. Επίλεκτα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ΜΙΕΤ, 2004  

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ / Κριτική
Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Η δημοκρατία ως ολοκλήρωση του ανθρώπου

Στο βιβλίο αυτό ο ακαδημαϊκός Κ. Δεσποτόπουλος και οι συνεργάτες του παρουσιάζουν επίλεκτα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ειδικότερα από τα έργα των Πλάτωνος, Αριστοτέλη, Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευρυπίδη, Θουκυδίδη, Ισοκράτη και Δημοσθένη. Η μετάφραση σε άψογα νέα ελληνικά αποδίδει με ακρίβεια χειρουργική και σαφήνεια το περιεχόμενο και το ύφος του πρωτοτύπου (9), ενώ τα σχόλια, διεισδυτικά και εύστοχα, «συμβάλλουν στην υπέρβαση δυσχερειών για την κατανόηση της αρχικής σημασίας» των συστηματικά επιλεγμένων κειμένων και ιδιαίτερα στην αποκατάσταση της αναλογίας τους με τις σημερινές συνθήκες και άρα στην προβολή της επικαιρότητάς τους, ώστε να αποδειχθούν χρήσιμα για την «ορθή σύλληψη και αντιμετώπιση κρισίμων για τη ζωή της ανθρωπότητας πολιτικών προβλημάτων».

Στοχευμένο αντικείμενο του βιβλίου είναι η ουσία της πολιτικής: από τις απαρχές της πολιτικής συγκρότησης του ανθρώπου έως τη δημοκρατική του ολοκλήρωση. Αναδεικνύονται σε πανόραμα η ιδιοσυστασία και η εξέλιξη των πολιτειών, ειδικότερα δε η φύση της δημοκρατίας, η κοινωνική δομή που προσιδιάζει σε καθένα από τα πολιτικά συστήματα, η πολιτική ως λειτουργία αντικειμένων λόγων που συνάδει με τον πολιτισμό και το δημόσιο ήθος καθώς και η παθολογία της πολιτικής: η δημαγωγία και ο πόλεμος.

Το βιβλίο αρχίζει εύστοχα από τη δημιουργία των κοινωνιών του ανθρώπου (ο μύθος του Προμηθέα), όταν ο άνθρωπος «περί τον βίον σοφίαν έσχεν, των δε πολιτικήν ουκ είχεν» (38). Εξού και «κατ αρχάς άνθρωποι ώκουν σποράδην, πόλεις ουκ ήσαν» (38). Επειδή οι άνθρωποι «πολιτικήν τέχνην ουκ είχον» «ηδίκουν αλλήλους» (40), έως ότου ο Δίας προίκισε αυτούς με «αιδώ και δίκην» «για να είναι συντελεστές αρμονίας και συνοχής των πόλεων» (41). Ωστε, ο πολιτισμός θα δημιουργηθεί μόνον από τη στιγμή που οι άνθρωποι θα διαμορφώσουν την κοινωνική τους ηθικότητα (αιδώ) και την πολιτική δικαιοσύνη (δίκη). Εφόσον όμως «θείας μετέσχον μοίρας» (38) απέκτησαν επίσης τη δυνατότητα να μεταβάλουν την κοσμική τάξη που δημιούργησαν οι θεοί (43). Ο Αριστοτέλης θα προεκτείνει τη σκέψη του Πλάτωνα εν προκειμένω, για να παρατηρήσει ότι ο άνθρωπος είναι το τελειότερο των ζώων, «χωρισθείς όμως νόμου και δίκης χείριστο πάντων». Εξού και η «δικαιοσύνη πολιτικόν» (53).

Η πόλις ως κατά φύσιν κοινωνία συγκροτείται για το ζην, υπάρχει όμως για το ευ ζην. Μόνον η πόλις είναι αυτάρκης. Ο Κ. Δεσποτόπουλος προβαίνει σε καίριες επισημάνσεις σε ό,τι αφορά τις έννοιες που συγκροτούν την ουσία της πόλεως, όπως της αυτάρκειας (55), του καταμερισμού των έργων (65 επ.), της αρχιτεκτονικής θέσης της πολιτικής και της διαλεκτικής της σχέσης με την οικονομία (το οικονομικό σύστημα ως πρόβλημα πολιτικής) (70-71), αλλά και για ειδικότερα ζητήματα, όπως η συμμετοχή των γυναικών στην πολιτεία, οι όροι συνοχής της πόλεως, η παιδεία, η δύναμη του νόμου για τον εθισμό στον κανόνα της πολιτείας (107, 119, 121) κ.ά.

Η ουσία της πολιτικής απολήγει τελικά στην έξαρση της δημοκρατικής πολιτείας, που είναι η κορύφωση της κοινωνικής και πολιτικής ολοκλήρωσης του ανθρώπου με όρους ελευθερίας. Κατά τούτο, ο Επιτάφιος του Περικλέους κατέχει κομβική θέση στο όλο έργο, προκειμένου να καταδειχθεί η θεμελιώδης λειτουργία του πολιτειακού πατριωτισμού στο συλλογικό γίγνεσθαι των πολιτών. Η ελευθερία της πόλεως έναντι του «άλλου» συνδυάζεται άρρηκτα με την ελευθερία ενός έκαστου εντός της πόλεως (127, 129).

Η συνάφεια της πολιτείας με το κοινό συμφέρον συνάδει με την προβληματική για την εσωτερική νομιμοποίησή της και εντέλει για τη σταθερότητά της. Ορθή πολιτεία είναι η κεκραμένη καλώς πολιτεία που μεριμνά για την ισόρροπη -τη συγκλίνουσα εις το μέσον- κοινωνικοοικονομική σύνθεση των μελών της και για τη δίκαιη κατανομή των λειτουργιών του πολιτικού συστήματος. Η νόμω κρατούσα πολιτεία (143-146) διδάσκει το ανάλογο προς αυτήν ήθος και την ομόλογη παιδεία (107) στους πολίτες. Ωστε το είδος της πολιτείας συνάδει με το στάδιο που διέρχεται η πόλη, η κρίση όμως για την ορθή πολιτεία συνέχεται, όχι με το είδος, αλλά με την εσωτερική της ποιότητα. Κάθε πολιτεία έχει να επιδείξει μια ορθή και μια παρεκκλίνουσα εκφορά της. (Εως εδώ η προσωπική εισφορά του Κ. Δεσποτόπουλου.)

Μέσα από την τραγωδία η Πολυάνθη Τσίγκου εγείρει το ζήτημα της εξέλιξης των πολιτειών, φέρνοντας αντιμέτωπες τις πολιτείες του «βασιλικού»/ηρωικού κύκλου (εκείνες του Πελασγού, του Κρέοντα, του Οιδίποδα, του Θησέα κ.ά.) με εκείνες των κλασικών χρόνων. Στις μεν, ο κάτοχος της εξουσίας (ο βασιλεύς) ενσαρκώνει το πολιτικό σύστημα, ενώ η πολιτική δυναμική επικεντρώνεται στο δίλημμα εάν ο νόμος ενσαρκώνει τη βούλησή του ή τη φυσική τάξη. Το δίλημμα αυτό -που οριοθετεί τη δεσποτική από τη νομιμοποιημένη εξουσία-, κατά την προδημοκρατική περίοδο της πόλης, η Π. Τσίγκου επέλεξε να συνοδεύσει με ένα κορυφαίο απόσπασμα του Ευριπίδη στις Ικέτιδες, το οποίο αποδίδει με αριστουργηματικό τρόπο την έννοια του «κράτους δικαίου»: «Δεν υπάρχει κακό χειρότερο για την πόλη/ από τον μονάρχη (τον κάτοχο της εξουσίας), όπου προπάντων/ δεν υπάρχουν νόμοι κοινοί, αλλά εξουσιάζει ένας,/ που κατέχει τον νόμο αυτός, κατά τη βούλησή του./ κι αυτό καθόλου δεν είναι ισότητα./ Αντίθετα, όταν υπάρχουν νόμοι γραπτοί,/ και ο αδύνατος και ο πλούσιος/ έχουν τη δικαιοσύνη εξίσου, και είναι δυνατό/ στους ασθενέστερους, όταν κάποιος κακολογείται,/ να αντείπει τα ίδια στον ευκατάστατο/ και ο μικρότερος, σαν έχει δίκιο/ νικάει τον μεγαλύτερο. Κι ελευθερία είναι εκείνο το/ "Ποιος θέλει, αν έχει κάποια γνώμη ωφέλιμη/ για την πόλη, να την παρουσιάσει;"» (229-231).

Τα κείμενα των Ρητόρων της δημοκρατίας προσφέρουν εξαίρετα δείγματα γραφής για την ποιότητα της πολιτικής πράξης και ειδικότερα για το ήθος του δημοσίου ανδρός ή του δημοκόλακος. Ο Διονύσιος Τσελέντης πολύ εύστοχα επέλεξε και σχολίασε αποσπάσματα λόγων του Δημοσθένη και του Ισοκράτη. Η προβληματική για την ακραία έκφραση της πολιτικής ως σχέσης δύναμης συνάδει με το δίλημμα του πολέμου ή της ειρήνης, το οποίο εντούτοις ανέδειξε σε υπέρτατη δια-κρατική «αρετή» η δημοκρατία, με κατακλείδα τον διάλογο των Αθηναίων με τους Μηλίους (282-283). Η Κυριακή Ξυλά, με φιλολογικό πάθος για τον Θουκυδίδη, επέλεξε και σχολίασε πολύ επαγωγικά καίρια χωρία του έργου του μεγάλου ιστορικού.

Πρόκειται για ένα μοναδικό στο είδος του βιβλίο, με πλούσια ευρηματικότητα και αξία που ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα. Η χρησιμότητά του για τη διαμόρφωση της εθνικής και της δημοκρατικής αυτογνωσίας είναι καταφανής. Εξού και θα ήταν ευχής έργον η πολιτεία να αποφάσιζε να διανέμεται δωρεάν στη μέση εκπαίδευση και ιδίως στους φοιτητές ανεξαρτήτως επιστημονικής πειθαρχίας.

Αναδημοσίευση από την Ελευθεροτυπία - Ημερομηνία δημοσίευσης: 18-01-2008