Η Ανατολή πρωτοπορεί, η Ευρώπη σύρεται

Ένα μάθημα από τους λαούς της Βόρειας Αφρικής που ξαναθέτουν το ζήτημα της φτώχειας παράλληλα με το ζήτημα της αξιοπρέπειας
Βασίλης Καραποστόλης*

Βρίσκεται άραγε στην ακμή της ή σε φάση παρακμής η παγκόσμια Xρηματοκρατία; Μέσα στον κλυδωνισμό της τρέχουσας κρίσης είναι δύσκολο να σκεφτούμε ότι αυτό το χάρτινο μέσον που εξουσιάζει τις ζωές μας δεν μπορεί από τη φύση του να είναι αιώνιο. Ας προσπαθήσουμε όμως να αναλογιστούμε τι συνέβη. Πρώτα το χρήμα κέρδισε τη μάχη εναντίον του «αγαθού» - ή αλλιώς: η πόλη επικράτησε της υπαίθρου. Επειτα το χρήμα θριάμβευσε και επί του «πνεύματος - ή αλλιώς: η σκέψη που υπολογίζει στην επιτυχία επεκράτησε της σκέψης που ενδιαφέρεται για την αλήθεια. Τι μένει ακόμη; Είναι άραγε ολοκληρωτικά κυρίαρχο πλέον το χρήμα, μόνος δεσπότης πάνω σ’ ένα πλανητικό πληθυσμό που από τη μια λατρεύει και από την άλλη μισεί τον δεσπότη του;

Ηδη διαφάνηκε η απάντηση. Οταν λατρεύεις και την ίδια στιγμή μισείς κάτι, σημαίνει ότι αυτό το κάτι δεν στέκεται γερά στα πόδια του. Λατρεύεται το χρήμα επειδή υπόσχεται να εξαγοράσει τα πάντα: τα υλικά μέσα επιβίωσης, την εκτίμηση των άλλων, το κύρος, τη φιλία. Μισείται επειδή η παντοδυναμία του αυτή αποδεικνύεται λειψή: δεν κατορθώνει να ναρκώσει τον άνθρωπο, να τον κάνει να λησμονήσει εντελώς ότι η αξία του δεν αντιστοιχεί στην αξία της περιουσίας του. Ενα «ποιοτικό» υπόλοιπο πάντα διαφεύγει. Κι αυτό το υπόλοιπο σήμερα μεγαλώνει εκρηκτικά.

Φαίνεται ίσως παράδοξο ότι σε καιρούς οικονομικής κρίσης το ζήτημα της φτώχειας τίθεται παράλληλα με το ζήτημα της αξιοπρέπειας. Ετσι το ανέδειξαν κυρίως οι πρόσφατες εξεγέρσεις στις χώρες της Β. Αφρικής. Είδαμε ανθρώπους (νέοι ήταν οι περισσότεροι) που με τη δράση τους διεκδικούσαν όχι μόνο το ψωμί που τους έλειπε, αλλά και το δικαίωμα να μην είναι ψωμοζήτες. Θα ’θελαν να έχουν λόγο στη διακυβέρνηση, και να μη τους αντιμετωπίζουν οι κρατούντες σαν μάζες για τις οποίες τα ψέματα που τους λένε έχουν λιγότερη σημασία από τα ελάχιστα λεφτά που τους δίνουν. Αυτοί οι ξεσηκωμένοι Ανατολίτες εξέπληξαν τη Δύση: απαίτησαν την κατάργηση του καθιερωμένου επίσημου δόλου! Μ’ άλλα λόγια, είχαν πάρει τα αιτήματα του Διαφωτισμού και τα ενεργοποίησαν μ’ έναν τρόπο ριζικό, εκεί που οι Ευρωπαίοι το είχαν εντελώς ξεχάσει. Η Ανατολή διδάσκει λοιπόν τη Δύση να ξαναπιάσει το νήμα που κόπηκε και να λύσει τους κόμπους που σχηματίστηκαν στο μεταξύ.

Αν χρειαστεί, είπαν οι εξεγερμένοι της Β. Αφρικής, θα χρησιμοποιηθεί και μαχαίρι για να λυθεί ο κόμπος. Αυτό σημαίνει ότι η βία γίνεται πολιτικό εργαλείο, υπόκειται σε μια θέληση που δεν έχει για τέρμα της απλώς το ξέσπασμα, την εκδίκηση εναντίον των κυβερνώντων. Είναι μια θέληση που επιδιώκει να φέρει στο προσκήνιο τους αφανείς και να τους δώσει δημόσιο ρόλο. Δεν ξέρουμε φυσικά αν αυτό ευοδωθεί. Σημασία όμως έχει ότι ένα πρόβλημα που φέρνει σε αμηχανία την Ευρώπη, οι πρώην υποτελείς της το αντιμετωπίζουν ως πρόκληση. Ψάχνουν να βρουν τους νέους ηγέτες τους. Το πιστεύουν ότι κάποιοι θα ξεπεταχτούν μέσα από τις παρατεταμένες κινητοποιήσεις, τη δράση, τις συζητήσεις. Απεναντίας, οι Ευρωπαίοι μεψιμοιρούν για την έλλειψη πολιτικών προσωπικοτήτων, θρηνολογούν για την υποδούλωση της πολιτικής στην οικονομία, βυθίζονται όλο και περισσότερο στη δυσπιστία τους απέναντι στην «κάστα» των κοινοβουλευτικών ανδρών που μοιάζουν στα μάτια τους με ανδρείκελα. Δεν μπορείς όμως να επιθυμείς την αναχαίτιση της χρηματοκρατίας και ταυτόχρονα να υποσκάπτεις τόσο πολύ την άσκηση της πολιτικής.

Γιατί αυτό συμβαίνει στην ευρωπαϊκή συνείδηση. Ο κλονισμός της εμπιστοσύνης της στους πολιτικούς τη σπρώχνει στην ιδιωτική σφαίρα για αναζήτηση παρηγοριάς. Ομως το άσυλο που ήξερε, δεν είναι πια ασφαλές. Καταργημένο από τον χείμαρρο των ειδήσεων που εισβάλλουν στο εσωτερικό του, διαβρωμένο από τους συνεχείς διαφημιστικούς ερεθισμούς, το νοικοκυριό είναι ανίκανο να προσφέρει την οικογενειακή θαλπωρή, τη στήριξη μεταξύ οικείων, την ικανοποίηση ότι είσαι «κάποιος» εφόσον είσαι μέλος της συγγενικής ομάδας.

Οχι δεν είσαι τίποτα, αν δεν βγεις έξω από το σπίτι σου. Αυτό φωνάζει η κοινωνία και καλεί το άτομο να ξαναριχτεί στις περιπέτειες. Οφείλει να ξεχωρίσει απ’ τους άλλους, να κερδίσει δηλαδή περισσότερα. Ο φαύλος κύκλος έτσι αρχίζει πάλι. Ανικανοποίητα πλήθη κυνηγούν το χρήμα, το αποκτούν, το χάνουν ξανά και διαμαρτύρονται κατά των πολιτικών που δεν τους προστάτεψαν αρκετά από τους αδηφάγους της αγοράς.

Αμφισβήτηση

Το μόνο που δεν κάνουν είναι ν’ αμφισβητήσουν τη συνθήκη που δένει σφιχτά τη ζωή τους μ’ αυτό που δεν είναι ζωή, αφού του λείπει το αίμα. Τι τρέχει λοιπόν στις φλέβες τους; Νερό; αέρας; ή κάποιοι αριθμοί; Μέχρι να το βρουν πάντως, σε άλλα μέρη, πιο θερμά, εκεί που πραγματικά βράζει το αίμα, άλλου τύπου άνθρωποι μάλλον θα εξακολουθήσουν να αγωνίζονται εναντίον της λογικής που θέλει να καταγγέλλουμε σαν καλοί ιδιώτες τους πολιτικούς, να τους ζηλεύουμε κρυφά, να εχθρευόμαστε τους πλουσίους και να περιμένουμε απ’ αυτούς που καταγγέλλουμε να τα βάζουν για λογαριασμό μας μ’ αυτούς που εχθρευόμαστε. Η λογική αυτή είναι ένα από τα ευρωπαϊκά εξαγώγιμα προϊόντα. Και σήμερα οι παλιές αποικίες το επιστρέφουν απούλητο.

 

*Ο κ. Β. Καραποστόλης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Αναδημοσίευση από την Kαθημερινή - Ημερομηνία δημοσίευσης: 09-10-11