Δυνατότητες και αδυναμίες της Τουρκίας

Ένωση τέως Βουλευτών - Ευρωβουλευτών
Ημερίδα - 3.3.2010 Πολεμικό Μουσείο

Παναγιώτης Ήφαιστος

Στα λίγα λεπτά που διαθέτω θα τονίσω το κύριο κατά την εκτίμησή μου ζήτημα, το ανθρωπολογικό σε συνάρτηση με τους νέους κοσμοθεωρητικούς προσανατολισμούς της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας. Για την Τουρκία, χωρίς να αναφέρομαι αποκλειστικά στους Κούρδους, αποτελεί την κύρια αδυναμία επειδή ιστορικά διαθέτει ένα ανομοιογενές και διαφοροποιημένο ανθρωπολογικό υπόβαθρο. Την αποτυχία ανθρωπολογικής συγκρότησης που αντιστάθμιζε το ατατουρκικό καθεστωτικό πρότυπο, διαδέχονται σήμερα κοσμοθεωρίες που βασίζονται στις ισλαμικές παραδόσεις της πλειονότητας της τουρκικής κοινωνίας και στις ιστορικές σχέσεις με τον μουσουλμανικό κόσμο.

     Εκεί δηλαδή που στο παρελθόν, όπως συμβαίνει με κάθε μοντερνιστικό κράτος συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, ο πνευματικός κόσμος των πολιτών επιχειρούνταν να αποκλειστεί από την δημόσια σφαίρα, τώρα η νέα πολιτική ηγεσία επιθυμεί να εισρεύσει μέσα στην δημόσια σφαίρα και να την διαμορφώσει. Σκοπός τους είναι να κτιστούν κοσμοσυστημικές δομές με άξονα ένα μετασχηματισμένο τουρκικό εθνοκράτος.

     Επειδή πρόκειται για εξελίξεις μεγάλης εμβέλειας και βαθύτατων προεκτάσεων καλά κάνουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι να μελετήσουν προσεκτικά το Στρατηγικό βάθος του μέντορα των Γκιουλ / Εργογάν και σημερινού ΥΠΕΞ της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου, που κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μερικές εβδομάδες και το οποίο, εκτιμώ πως αποτελεί το θεωρητικό υπόβαθρο της συγκαιρινής τουρκικής εθνικής στρατηγικής.

     Στο βιβλίο αυτό, μεταξύ άλλων, αναδεικνύεται το πόσο βαθύς ήταν ο τουρκικός αναθεωρητισμός των δύο τελευταίων δεκαετιών. Επειδή εκεί ο Νταβούτογλου συχνά μιλά για την στρατηγική θεωρία ενός κράτους και την σημασία για την επιβίωσή του, ο αναγνώστης θα καταλάβει δύο σημαντικά ζητήματα που αφορούν την Ελλάδα: Πρώτον, το πόσο λάθος ήταν οι εκτιμήσεις μιας μεγάλης μάζας διανοουμένων και πολιτικών προσώπων αναφορικά με τους προσανατολισμούς των Γκιουλ / Ερτογάν, και δεύτερον, την απουσία στρατηγικής θεωρίας στην Ελλάδα που δημιουργεί ένα στρατηγικό κενό μέσα στο οποίο κινδυνεύει να καταποντιστεί η Ελλάδα. Σήμερα, όμως, αυτό δεν θα το εξετάσω.

 

Η «ισχύς» και «αδυναμίες» κάθε Πολιτείας είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αφότου εγκαθιδρυθεί, αενάως παλεύει για την συγκρότηση μιας βιώσιμης ανθρωπολογίας και για την ανάπτυξη μιας συμβατής με αυτή κοινωνικοπολιτικής συγκρότησης. Όσο πιο χαλαρή είναι η εσωτερική κοινωνική συγκρότηση τόσο πιο αδύναμη είναι μια πολιτεία. Και όσο πιο ασύμβατη είναι η καθεστωτική δομή με την υποκείμενη ανθρωπολογία τόσο περισσότερη σχοινοβασία χρειάζεται για να είναι το κράτος βιώσιμο και σταθερό.

     Η πτώση και η κατάτμηση ενός τέτοιου κράτους παραμονεύει σε κάθε ιστορική καμπή. Το νεοτουρκικό κράτος, ακριβώς, ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Κύριο μέλημα των τουρκικών εξουσιαστικών ελίτ ήταν πάντοτε η συγκράτηση του διαφοροποιημένου κοινωνικού περιβάλλοντος στον Μικρασιατικό χώρο. Η γενοκτονίες, οι εθνοκαθάρσεις και οι εκτουρκισμοί δεν έφεραν την αναγκαία ανθρωπολογική συνοχή που διασφαλίζουν μια αδιατάρακτη σταθερότητα. Αυτό ήταν το στοίχημα, εκτιμώ, όλων των τουρκικών κυβερνήσεων μετά την Οθωμανική αυτοκρατορία και αυτό είναι το στοίχημα του τριδύμου Γκιουλ, Ερτογαν, Νταβούτογλου.

     Τα πραξικοπήματα των τελευταίων δεκαετιών, και η ένταση μεταξύ της ισλαμικής κυβέρνησης τα δέκα τελευταία χρόνια με το στρατιωτικό καθεστώς, καταμαρτυρούν ότι η βιωσιμότητα του νεοτουρκικού κράτους δεν είναι διασφαλισμένη. Οι εξουσιαστικές δομές συγκράτησής τους, όμως, δεν πρέπει να υποτιμούνται. Ότι πρέπει να υποτιμάται η ταύτιση απόψεων μεταξύ Ισλαμιστών και στρατιωτικών για την ακεραιότητα του νεοτουρκικού κράτους. Η θεμελιώδης υπόθεση της Νταβουτόγλειας θεώρησης περί νέο-οθωμανισμού, βασικά, είναι ότι ένα πνευματικά και στρατιωτικοπολιτικά ισχυρό τουρκικό εθνοκράτος θα αποτελέσει τον άξονα γύρω από τον οποίο θα περιστρέφονται οι υπόλοιπες μουσουλμανικές κοινωνίες.

     Ένας από τους σκοπούς του λεγόμενου νέο-οθωμανισμού, εκτιμώ, είναι να «δέσει» η σημερινή τουρκική κοινωνία όπως εξελίχθηκε τα τελευταία εκατό χρόνια γύρω από ένα μακρόπνοο σκοπό εξεζητημένης ηγεμονικής σύνδεσής της με τον απέραντο μουσουλμανικό κόσμο του ενάμιση εκατομμυρίου πιστών που εκτείνεται από τα Βαλκάνια μέχρι τη Άπω Ανατολή. Κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει ισχυρά πνευματικά ερείσματα, και ο Νταβούτογλου τα αναζητεί συστηματικά.

     Η κοσμοθεωρία της νέο-ισλαμικής ηγεσίας και η συνδεδεμένη με αυτή «στρατηγική θεωρία του βάθους», αποτελεί, βασικά, ένα μεγάλο άνοιγμα προς το ισλαμικό κόσμο που αριθμεί σχεδόν ενάμιση εκατομμύρια πιστούς.

     Η πνευματική και πολιτική συνοχή αυτού του χώρου ποτέ δεν μπορεί να είναι δεδομένη. Επιδιώκοντάς την όμως ορίζει και οριοθετεί ένα μεγάλο σκοπό γύρω από τον οποίο επιδιώκεται να συσπειρωθεί η σημερινή τουρκική κοινωνία. Κάνοντας την επισφαλή υπόθεση ότι τελικά οι Ένοπλες Δυνάμεις θα συν-στρατευτούν γύρω από τον ίδιο σκοπό, η στρατηγική θεωρία του βάθους θα διαθέτει, στην περίπτωση αυτή, άφθονη στρατιωτική και οργανωτική ισχύ.

 

Κανείς θα πρέπει, αναμφίβολα, θα θεωρεί την στρατηγική θεωρία του βάθους ως ένα επισφαλές άλμα προς τα μπροστά. Αν όμως δρομολογηθεί, θα είναι πολύ αποδοτικό για το σημερινό τουρκικό κράτος.

     Οι συλλογισμοί και οι στόχοι του νυν Υπουργού Εξωτερικών και μέντορα του Ερτογάν, Αχμέτ Νταβούτογλου, είναι σαφείς. Όπως το θέτει στο έργο του Στρατηγικό Βάθος «η Τουρκία, που ενδεχομένως βιώνει το σημαντικότερο μετασχηματισμό της ιστορίας της, αναμορφώνεται επίσης στους κόλπους ίσως του ταχύτερα διαμορφωνόμενου διεθνούς περιβάλλοντος που γνώρισε ποτέ η Ιστορία». Πιο κάτω, τονίζοντας την σημασία της στρατηγικής ανάλυσης στην θέση και τον ρόλο ενός κράτους, αναζητεί «ανάπτυξη μιας στρατηγικής θεωρίας, η οποία θα προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, και θα λαμβάνει υπόψη της τους ιστορικούς, ψυχολογικούς, πολιτισμικούς και θεσμικούς παράγοντες».

     Εγώ θα πρόσθετα ότι ο μετασχηματισμός της Τουρκίας όπως τον επιδιώκει ο Νταβούτογλου, και εάν επιτύχει να κληρονομήσει την οργανωτική δομή των Ενόπλων Δυνάμεων, θα διανοίξει στην Άγκυρα μεγάλες δυνατότητες να καταστεί μια πανίσχυρη δύναμη στην ευαίσθητη περίμετρο της Ευρασίας που εκτείνεται από τα Βαλκάνια μέχρι την Ινδονησία.

     Το κατά πόσο η θεαματική προσέγγιση της Τουρκίας εκ μέρους τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ρωσίας δείχνει πως η «στρατηγική θεωρία του βάθους» θεωρείται από τις μεγάλες δυνάμεις αξιόπιστη, είναι ένα κάτι που χρήζει μεγαλύτερης μελέτης. Αν όντως έτσι έχουν τα πράγματα και αν οι μεγάλες δυνάμεις επενδύσουν στην νέα τουρκική στρατηγική, κανείς θα πρέπει να αναμένει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα.

 

Αναμφίβολα, το νεοτουρκικό κράτος και η τουρκική κοινωνία, ήδη από την εποχή του Οζάλ, βρίσκεται σε μετάβαση. Κεφαλαιώδους σημασίας για κάθε ανάλυση των νεοτουρκικών δρώμενων απαιτεί η κατανόηση του γεγονότος ότι ανέκαθεν συγκρούονταν δύο αντίπαλες κοσμοθεωρίες:

     Η μια είναι η μοντερνιστική ή Ατατουρκική πολιτειακή αντίληψη περί κρατικού έθνους. Καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του ευρωπαϊκού μοντερνιστικού κρατικού έθνους υπερτίθενται κανονιστικά εποικοδομήματα στα οποία οι υποκείμενοι πολίτες καλούνται να προσαρμοστούν και να διαμορφωθούν ανθρωπολογικά. Με επιστημονικά σπουδαιοφανείς όρους αυτό το ονομάζουμε και «πατριωτισμό του Συντάγματος». Πρόκειται βεβαίως για σαπουνόφουσκα τον επίπλαστο χαρακτήρα της οποίας ανάλυσα αλλού. (Κοσμοθεωρία των Εθνών, Εκδόσεις Ποιότητα) Η ανθρωπολογική διαμόρφωση κάθε κρατικού έθνους αποδεικνύεται πάντοτε μονόδρομος που φέρει το όνομα εθνοκάθαρση ή γενοκτονία για να προσαρμοστούν όλοι στην κυρίαρχη κοινωνική τάση. Δεν αφορά μόνο την Τουρκία από την δεκαετία του 1910 και μετά. Μπορούμε να αναφέρουμε επίσης την ιστορία της Βορείου Αμερικής και της Δυτικής Ευρώπης από τον 17ο μέχρι τον 20ο αιώνα, και όχι μόνο. Αναφορικά με την Ατατουρκική προσέγγιση, απαιτείται επίσης να τονιστεί ένα ακόμη γεγονός. Ότι δηλαδή ο μοντερνισμός προκάλεσε ταυτόχρονα με την εξυπακουόμενη εκβιομηχάνιση την διχοτόμηση μεταξύ των παραδοσιακών κοινοτήτων και της αστικής τάξης. Εκτιμώ πως δεν πρόκειται για το γνωστό ταξικό πρόβλημα των μοντερνιστικών κρατών αλλά για μια βαθύτερη ανθρωπολογική διαίρεση μεταξύ των Ατατουρκικών εξουσιαστικών ελίτ που εμφορούνται από υλιστικές παραδοχές και των μακραίωνων παραδοσιακών κοινοτήτων που διαθέτουν μια διαφορετική ανθρωπολογία μακραίωνης διαμόρφωσης.

     Η δεύτερη είναι η εθνική αντίληψη. Υπό το φως των κοινωνικών πραγματικοτήτων όχι μόνο της Τουρκίας αλλά και ευρύτερα, η μουσουλμανική αντίληψη δεν μπορεί να είναι ακριβώς η ίδια με αυτή του ελληνικού κόσμου και των συγγενών με αυτόν πολιτικών πολιτισμών που χαρακτήρισε το ιστορικό γίγνεσθαι από την κλασική εποχή μέχρι και την πτώση του Βυζαντίου. Η κύρια διαφορά είναι ότι ενώ η εθνική αντίληψη των τελευταίων είναι βασικά ανθρωποκεντρική, η αντίστοιχη αντίληψη στον μουσουλμανικό κόσμο, αν και έχει ως αναφορά κοινωνιοκεντρικά πρότυπα, συγκροτείται στην βάση διαφορετικών ιεραρχιών εμποτισμένων στα ισλαμικά δόγματα.

     Αν και διόλου ειδήμων στο θέμα αυτό, θα έλεγα ότι το στοίχημα κάθε σύγχρονου ισλαμικού κινήματος στην προσπάθεια πολιτειακής και κοσμοσυστημικής συγκρότησης έγκειται στο κατά πόσο θα επιτευχθεί μια ισορροπία μεταξύ εγγενών θεοκρατικών και δεσποτικών παραδοχών και της ανάγκης για μια ανθρωποκεντρική κοινωνικοπολιτική ανάπτυξη.

     Σε κάθε περίπτωση, το ισλαμικό κίνημα όπως αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες και κορυφώνεται τώρα με τους Γκιουλ, Ερτογάν, Νταβούτογλου, διαφέρει θεμελιωδώς από την ιδεολογική-μοντερνιστική αντίληψη περί πολιτειακής συγκρότησης και συγκράτησης. Οι τουρκικές ισλαμικές παραδοχές όπως αναπτύσσονται επιζητούν θεσμούς που θα ενσαρκώνουν τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις μιας ήδη προϋπάρχουσας και ιστορικά διαμορφωμένης κοινωνικής οντότητας. Το γεγονός ότι οι αναλύσεις τους στρογγυλεύουν το αδήριτο γεγονός ότι η τουρκική κοινωνία είναι ιστορικά διαφοροποιημένη και διαιρεμένη, είναι και το πρόβλημά τους. Υπό το ίδιο πρίσμα, το μεγαλύτερο πρόβλημα της συγκαιρινής Τουρκίας είναι ο τρόπος που θα μπορούσε να συμπεριλάβει το κουρδικό έθνος. Στο Στρατηγικό βάθος του Νταβούτογλου, πρέπει να πούμε, δεν στερείται επιχειρημάτων για το πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί αυτός ο δύσκολος ή και ανέφικτος σκοπός.

 

[Βέβαια, όπως και με κάθε άλλο κοινωνικοοντολογικό γεγονός, το σημείο μηδέν της συγκρότησης των ανθρωπολογικών προϋποθέσεων μιας κοινωνίας, δηλαδή το αφετηριακό σημείο εκκίνησής της, αποτελεί φιλοσοφικό μυστήριο. Αυτή η φιλοσοφική σχοινοβασία δεν είναι χωρίς σημασία: Αφορά την συζήτηση κατά πόσο το κράτος προτάσσεται στους ανθρώπους και διαμορφώνει το έθνος όπως επιδιώχθηκε στην Ευρώπη τους Νέους Χρόνους ή αντίστροφα κατά πόσο το έθνος προηγείται και προσδιορίζει τις πολιτειακές του δομές. Κανείς είτε αποδέχεται τα κοινωνικοντολογικά γεγονότα των οποίων η γένεση χάνεται στους αναρίθμητους ιστορικούς λαβύρινθους και των οποίων η πνευματική, πολιτισμική και ανθρωπολογική σμίλευση λαμβάνει χώρα στην μακραίωνη πορεία κάθε συλλογικής οντότητας, είτε αποδέχεται την δυνατότητα ιδεολογικού μετασχηματισμού των πολιτών ενός κράτους με προγραμματικά και ιδεολογικά προσδιορισμένες ανθρωπολογικές κατασκευές. Ενδιάμεσες και σχοινοβατούσες. κατά βάση αντί-πνευματικές αποχρώσεις ιδεών και προτάσεων, βεβαίως, δεν λείπουν. Το πρόβλημα είναι ότι όλες πάσχουν από το γεγονός ότι ανθρωπολογικά περιεκτικές κοινωνίες ποτέ δεν γεννήθηκαν μέσα από φιλοσοφικές ιδέες. Οι φιλόσοφοι, είτε προηγούνται προτάσσοντας πολιτικές θεολογίες είτε έπονται οπότε και μπορούν αν θέλουν να περιγράψουν αληθινά και καταμαρτυρούμενα γεγονότα. Τα θέματα αυτά αναλύονται στο Κοσμοθεωρία των Εθνών. Δοκίμια υπάρχουν επίσης και στην διεύθυνση http://www.ifestosedu.gr/104Ethnomidenismos.htm].

 

Μερικά ακόμη στοιχεία που αποτελούν κοινό τόπο όσον αφορά την ανθρωπολογία του νεοτουρκικού κράτους, είναι και τα εξής.

     Το Ατατουρκικό νεοτουρκικό κράτος από την γένεσή του δομήθηκε με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε να εκπληρώνει δύο θεμελιώδεις σκοπούς. Πρώτον, να συγκροτήσει σε ένα ενιαίο κοινωνικό σύνολο ετερογενείς πληθυσμούς Οι πληθυσμοί αυτοί διαμορφώθηκαν μακραίωνα δημιουργώντας ανθρωπολογική κινούμενη άμμο η κρατική συγκράτηση της οποίας, εν τούτοις, αποτελούσε συνταγματικά κατοχυρωμένο θέσφατο. Δεύτερον, να επιτύχει κοινωνικοπολιτικό μετασχηματισμό στην βάση της μοντερνιστικής πολιτικής τυπολογίας. Ένας μετασχηματισμός αυτού του είδους προσκρούει πάνω στο γεγονός ότι είναι δύσκολο να συγκρατήσει την εισροή των πνευματικών κριτηρίων και παραγόντων μέσα στην δημόσια σφαίρα όταν η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, ανεξαρτήτως ανθρωπολογικών καταβολών, είναι βαθύτατα θρησκευόμενη. Το ίδιο ισχύει για κάθε μοντερνιστική δημόσια σφαίρα, πολύ περισσότερο όμως, για την δημόσια σφαίρα ενός κράτους του οποίου οι πολίτες είναι μουσουλμάνοι.

     Για να είμαστε αξιόπιστοι θα πρέπει να δεχθούμε ότι παρά τον συγκεντρωτικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους και τον κεφαλαιώδη ρόλο των Ενόπλων Δυνάμεων στην πολιτειακή του συγκράτηση, η ανθρωπολογία της τουρκικής κοινωνίας, υπό την αίρεση των ερωτημάτων που ήδη θέσαμε για τις δυνατότητες επιτυχίας της κοσμοθεωρίας Νταβούτογλου, παραμένει ένα πολύ μεγάλο αίνιγμα.

     Ο βαθμός δυσκολίας εφαρμογής της Νταβουτόγλειας κοσμοθεωρίας σχετίζεται και με εγγενείς ιστορικές δομές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μπορεί το Ατατουρκικό κίνημα αφετηριακά να κατάσφαξε πολλά έθνη και να εφάρμοσε εθνοκάθαρση αλλά το διαφοροποιημένο Οθωμανικό περιβάλλον δεν ομογενοποιήθηκε. Η πανσπερμία εθνοτήτων και τοπικών κοινωνιών διαφορετικών ανθρωπολογικών καταβολών ιστορικά είναι εθισμένες να είναι γείτονες αλλά να ζουν χωριστά. Ας μη ξεχνούμε ότι πριν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία η Βυζαντινή Οικουμένη αποτελούσε ένα κατακερματισμένο κόσμο εθνών που συνυπήρχαν μέσα στο καταπληκτικό πνευματικό περιβάλλον της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Πόσο και σε πιο βαθμό η Νταβουτόγλεια κοσμοθεωρία μπορεί να οδηγήσει σε μια παντουρκική πνευματική αντίληψη και πόσο μια πανισλαμική πνευματική παραδοχή μπορεί να οδηγήσει στην εκπλήρωση του νέο-οθωμανικού εγχειρήματος; Αυτά είναι καίρια ζητήματα που χρήζει να εξεταστούν εξειδικευμένα.

 

Ένα είναι σίγουρο, ότι πλέον πολλοί τούρκοι πολιτικοί και πνευματικοί ηγέτες κατάλαβαν ότι ο μοντερνιστικός κόσμος πνέει τα λοίσθια και ότι ένας νέος κόσμος αναδύεται, αυτός των παραδοσιακών εθνών τα οποία αφήνουν πίσω την αποικιακή εποχή. Τα έθνη αυτά, σε συνδυασμό με την αξίωση για εθνική ανεξαρτησία, αναζητούν κοσμοσυστημικές προϋποθέσεις συνύπαρξης. Αυτές, εκτιμώ, είναι που επιχειρεί να προσφέρει ο Νταβούτογλου και όπως είπα είναι ταυτόχρονα ένα στοίχημα υψηλού ρίσκου και ένα πολύ φιλόδοξο εγχείρημα.

     Για το κουρδικό ζήτημα καμιά αμφιβολία δεν υπάρχει. Η επίλυσή του σημαίνει τετραγωνισμό του κύκλου και νομίζω ότι η πολιτική φιλοσοφία του Αχμέτ Νταβούτογλου ως προς το θέμα αυτό, όπως ήδη υπαινίχθηκα, έχει ως θεμελιώδη σκοπό να προκαλέσει κατευνασμό τέτοιων τοπικών προβλημάτων με το να τα εντάξει μέσα σε ένα ευρύτερο ανθρωπολογικό σύστημα, το ισλαμικό. Ένα στοιχείο που λειτουργεί θετικά για την νταβουτόγλεια κοσμοθεωρία, είναι το συγκυριακό ιστορικό γεγονός ότι οι παραδοχές της είναι ενδεχομένως ελκυστικές για όλα τα υπόλοιπα ισλαμικά κράτη της Μέσης και Άπω Ανατολής. Λόγω εσωτερικής διαφοροποίησής τους απόρροια των αποικιοκρατικών πρακτικών, εμφανίζουν συχνά εικόνα δογματικής πανσπερμίας και εθνοτικής διαίρεσης. Όλα τα μουσουλμανικά κράτη φαντάζουν να αναζητούν τρόπους ανθρωπολογικής συγκρότησής τους με τρόπο που θα διασφαλίζει πολιτική σταθερότητα. Μια πρόταση για συντελεστικές κοσμοσυστημικές προϋποθέσεις είναι γι’ αυτά, ενδεχομένως, εξαιρετικά ελκυστική.

 

Τώρα, μια τελευταία λέξη για την Ελλάδα:

     1ον, σ’ ένα κόσμο που κινείται ταχύρρυθμα και μετασχηματίζεται αναζητώντας πνευματικούς προσανατολισμούς που αφήνουν πίσω τον μοντερνιστικό υλισμό, οι περισσότεροι κάθονται μέσα στο υψηλό βουνό των εθνομηδενιστικών μετά-εθνικών ψευδαισθήσεών τους.

     2ον, η στρατηγική θεωρία διώκεται προς όφελος απλουστευτικών προτάσεων πολιτικής που χρηματοδοτούνται, μεταξύ άλλων, από αμφιλεγόμενους διεθνικούς δρώντες, οδηγώντας σε διπλωματική εκμηδένιση και σε ένα επικίνδυνο στρατηγικό κενό.

     3ον, το μόνο σημαντικό έρεισμα που διέθετε η Ελλάδα, δηλαδή η ιστορικά διαμορφωμένη ελληνική εθνική ανθρωπολογία που κατασφαγμένη και διωγμένη συνέρευσε στο νεοελληνικό κράτος, ροκανίζεται και αυτή επικίνδυνα. Πλήθος ιεραποστόλων του πατριδομηδενισμού κατακλύζουν τα πανεπιστήμια, τα μέσα ενημέρωσης, το πολιτικό σύστημα, την βιβλιογραφία. Τα πλοκάμια τους φθάνουν μέχρι και τα δημοτικά σχολεία.

 

Υστερόγραφο

     Το έργο του Αχμέτ Νταβούτογλου, Στρατηγικό βάθος (Εκδόσεις Ποιότητα 2010), τυγχάνει να το μελετώ τις μέρες αυτές στο στάδιο της τελικής προετοιμασίας-εκτύπωσης. Το είχα προτείνει για μετάφραση πριν τρία χρόνια και εκτιμώ ότι μπορεί να αποτελέσει αφορμή, εν μέσω μάλιστα μιας δραματικής κρίσης, για να κατανοήσουμε τόσο τα ιλαροτραγικά διπλωματικά λάθη των δύο τελευταίων δεκαετιών, όσο και τα συγκλονιστικά διεθνή δρώμενα στον άμεσο περίγυρό μας.

     Επισημαίνω ακόμη ότι η μελέτη του Στρατηγικού βάθους, με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το πρόσφατο δικό μου έργο Κοσμοθεωρία των Εθνών (Εκδόσεις Ποιότητα), περιέχει πολλές συγκλίσεις με το περιγραφικό σκέλος του Νταβούτογλου που αφορά την διάγνωση της παρακμής του μοντερνιστικού πειράματος και της σταδιακής έλευσης ενός κόσμου ανθρωπολογικά θεμελιωμένων παραδοσιακών κοινωνιών, τάση της οποίας η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και η ανάδυση των εθνών στον χώρο της πρώην ΕΣΣΔ δεν ήταν παρά μόνο ένα από τα πολλά καταμαρτυρούμενα γεγονότα.

     Η ανάγνωση του Στρατηγικού βάθους και ιδιαίτερα των εδαφίων περί στρατηγικής θεωρίας θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή για αυτοκριτική στην Ελλάδα εκ του γεγονότος ότι προσπάθειες την δεκαετία του 1990 για μια συζήτηση των στρατηγικών και φιλοσοφικών παραμέτρων της ελληνικής εθνικής στρατηγικής αντιμετωπίστηκε εχθρικά από ένα μεγάλο ιδεολογικό φάσμα.

     Βασικά, κινούμενοι γύρω από τους ίδιους άξονες στρατηγικής ανάλυσης –δεν μπορούν να είναι διαφορετικοί καθόσον μια ορθολογιστική στρατηγική ανάλυση ως προς το μορφικό-θεωρητικό της περίβλημα είναι η ίδια για όλα τα κράτη–, έλληνες αναλυτές της στρατηγικής που επαναπατρίστηκαν τέλη της δεκαετίας του 1980 συμπεριλαμβανομένου του υποφαινόμενου, προηγήθηκαν της στρατηγικής που προτείνει ο Νταβούτογλου κατά μια περίπου δεκαετία.

     Το ζήτημα, όμως, είναι ότι ενώ στην Τουρκία αποδείχθηκε ότι υπήρχε περιβάλλον επιδεκτικό ορθολογιστικών στρατηγικών αναλύσεων, στην Ελλάδα αντιμετωπίστηκαν με εχθρότητα και συχνά με χλευασμό επιπέδου πεζοδρομίου.

     Τα αίτια της παρούσης κρίσης που διανύουμε βρίσκονται τόσο στο αφιλόξενο στοχαστικό περιβάλλον της Ελλάδας όταν προτείνονται ορθολογιστικές, πρωτοπόρες και κυρίως χειραφετημένες θεωρήσεις, όσο και στο εγγενές έλλειμμα κοσμοθεωρητικού προσανατολισμού του νεοελληνικού κράτους.

Αναδημοσίευση από το www.ifestosedu.gr - Ημερομηνία δημοσίευσης: 03-03-10