Μέσα στον φόβο και στες υποψίες, Κ.Π. Καβάφης, Τελειωμένα |
Παναγιώτης Ήφαιστος
Η ολοένα και περισσότερο διογκούμενη αναντιστοιχία της υλιστικής δημόσιας σφαίρας και της ιδιωτικής σφαίρας που μόλις περιγράψαμε προκαλεί αναπροσαρμογές στον στίβο των υλιστικών ιδεολογιών. Στόχος είναι οι απειθάρχητοι πολίτες της ιδιωτικής σφαίρας οι οποίοι εμμένουν πεισματικά στην ανθρωπολογική ετερότητά τους και στις πνευματικές τους ιδιότητες. Πρέπει να προσαρμοστούν στον υλικό κόσμο της μαζικής παραγωγής, της μαζικής κατανάλωσης, των λειτουργικών αναγκών και των τεχνόμορφων δομών κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης. Αυτή η προσαρμογή είναι εφικτή μόνο με ανθρωπολογική αποδόμηση και υπηρετείται με ιεραποστολικό ζήλο από το διάδοχο σχήμα των ιδεολογιών του παρελθόντος, δηλαδή το συνονθύλευμα μεταμοντέρνων ιδεολογημάτων και θεωρημάτων.
Σκοπός είναι να ροκανιστεί καίρια η ανθρώπινη ετερότητα, για να αποδυναμωθεί ή εκμηδενιστεί το πνεύμα και να αναβαθμιστούν οι υλιστικές συμπεριφορές. Η συνεπακόλουθη εκπνευμάτωση του ατόμου για να προσαρμοστεί ιδεολογικά στην υλιστική δημόσια σφαίρα δεν είναι χωρίς συνέπειες για τον τρόπο που αντιμετωπίζεται η μεταφυσική πίστη, οι ιστορικές ταυτότητες, οι εθνικές κοσμοθεωρίες και οτιδήποτε συγκροτεί την ανθρωπολογική ετερότητα των μελών μιας κοινωνικής οντότητας.
Αυτών λεχθέντων η μετεξέλιξη πολλών ιδεολογικών ρευμάτων των οποίων τα νήματα ενώνονται στον μεταμοντερνισμό απαιτείται να συγκεκριμενοποιηθεί καθότι δυνατό να υπάρξει παρερμηνεία για την πραγματική υπόσταση και τον ρόλο του μεταμοντερνισμού.
Κατ' αρχάς, στο επιστημονικό επίπεδο η ισχύς του μεταμοντερνισμού είναι κυριολεκτικά μηδενική. Έχει τόση αξία όσο και κάθε άλλη επιστημονικά μεταμφιεσμένη ιδεολογία. Ανεξαρτήτως περιτυλίγματος ή περιεχομένου η ιδεολογία είναι προπαγανδιστικό εργαλείο. Αυτή τη θέση κανείς είτε την αποδέχεται, οπότε και δημιουργείται πεδίο ορθολογιστικής πολιτικοεπιστημονικής συζήτησης είτε την απορρίπτει, οπότε στήνεται πολιτικοεπιστημονικό θέατρο του παραλόγου.
Στην ιστορία των πολιτικοστοχαστικών συζητήσεων τέτοια θέατρα του παραλόγου στήνονται συχνά και στοιχίζουν εκατόμβες. Το ζήτημα που τίθεται δεν αφορά τις αριθμητικές πλειοψηφίες, όπως αυτάρεσκα συχνά δηλώνουν οι εκμισθωμένοι ιδεολογικοπολιτικοί εκπαιδευτές σε διάφορα πανεπιστημιακά ιδρύματα της Δύσης. Παροδική είναι η αξία αυτών που λένε και γράφουν ιδεολογήματα και παροδική θα συνεχίσει να είναι. Κανείς δεν πρέπει να συγχέει τη στέρεα πολιτική θεωρία με τα παροδικά ιδεολογήματα που εξυπηρετούν εφήμερες πολεμικές ανάγκες της συγκαιρινής ηγεμονικής διαπάλης.
Τώρα, στο επίπεδο των μελών των κοινωνικών οντοτήτων τα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα επηρεάζουν τις ιδεολογικές θέσεις ενός σημαντικού αριθμού ατόμων. Αυτό το φαινόμενο κανείς εύκολα το ερμηνεύει υπό το πρίσμα της πνευματικά συγκεχυμένης μεταψυχροπολεμικής συγκυρίας. Πιο συγκεκριμένα, παρά το γεγονός ότι η υποκείμενη εθνοκρατική ανθρωπολογία όπως πάντοτε συνέβαινε τραβάει τον δρόμο της διαμορφώνοντας τις ανθρωπολογικές της προϋποθέσεις σύμφωνα με τη δική της ιστορική ετερότητα, υπάρχουν υπολείμματα επιρροών των ιδεολογιών του παρελθόντος.
Κανείς δεν πρέπει να λησμονεί ότι ουσιαστικά η διαπάλη των υλιστικών ιδεολογιών κράτησε δύο περίπου αιώνες, καταπλάκωσε μεγάλα έθνη με επίπλαστα καθεστώτα, επιστράτευσε δισεκατομμύρια ανθρώπους σε κοσμοϊστορικά σχέδια ηγεμονικών υπερδυνάμεων και παρήγαγε τεράστια βουνά ιδεολογικών κειμένων, που δεν αξίζουν παρά μόνο το χαρτί πάνω στο οποίο είναι γραμμένα, αλλά συνεχίζουν να εισρέουν στα μυαλά πολλών ανθρώπων. Εκπαιδεύουν, επιπλέον, το σύνολο σχεδόν των λεγόμενων «κοινωνικών επιστημόνων», ούτως ώστε να μπορούν να κάνουν ένα μόνο πράγμα: Ιδεολογικοπολιτική προπαγάνδα. Χιλιάδες ανυποψίαστοι νέοι την υπόκεινται μέσα στα ιδεολογικοπολιτικά πανεπιστημιακά εκπαιδευτήρια.
Αυτά όλα συνιστούν μεγάλη πνευματική και πολιτική διαφθορά, η οποία αφενός δεν ξεπλένεται χωρίς ισχυρά πνευματικά απορρυπαντικά και αφετέρου δεν αποτινάσσεται παρά μόνο κάτω από συγκεκριμένες πολιτικές προϋποθέσεις. Ο ισχυρότερος αντίπαλος των ιδεολογημάτων, πάντως, είναι τα πνευματικά επιτεύγματα που βρίσκονται στον πυρήνα κάθε εθνικής κοσμοθεωρίας.
Είναι λογικό και ανθρώπινο, λοιπόν, πολλοί πολίτες να βρίσκονται σε πλήρη σύγχυση λόγω παρελθουσών ιδεολογικών επιρροών που έθρεψαν διεθνιστικές και κοσμοπολίτικες προσδοκίες περί μιας μεταφυσικά προσδιορισμένης παγκοσμιότητας. Ακόμη πιο σημαντικά, κανείς μπορεί να δει εύκολα τη δύναμη των ιδεολογικοπολιτικών μηχανισμών από τον τρόπο που μετά τον Ψυχρό Πόλεμο ευέλικτα πολλοί ξεδιπλώθηκαν, για να ενωθούν πολλά μεταλλαγμένα ιδεολογικά νήματα στην προσπάθεια καλλιέργειας μιας αβάστακτα επιπόλαιας προσδοκίας ότι μπορεί ο κόσμος να διακυβερνηθεί από ήπιους και αγαθοεργούς ηγεμονισμούς ποικίλων εκδοχών και αποχρώσεων.
Έτσι στηρίχθηκαν οι διεθνοφασιστικές επεμβάσεις της δεκαετίας του 1990, έτσι ξεστράτισε παροδικά το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και έτσι πλήθος επιστρατευμένων προπαγανδιστών ξεχύθηκαν ορμητικά, για να βοηθήσουν τη συγκυριακά δεσπόζουσα μεγάλη δύναμη να διχοτομήσει κράτη και να στήσει εξαρτημένα κρατίδια στα Βαλκάνια, στη Μεσόγειο και σε άλλες περιφέρειες.
Όλα αυτά είναι τόσο γνωστά που, αν αμφισβητηθούν, ούτε καν καταδεχόμαστε να συζητήσουμε με τους ιδεολογικοπολιτικούς προπαγανδιστές-δράστες. Όταν κανείς μεταμφιέζει την προπαγάνδα επιστημονικά, είτε αυτό γίνεται ανεπίγνωστα είτε εκμισθωμένα, είναι βαρύ παράπτωμα. Παράπτωμα ηθικό, επιστημονικό, δεοντολογικό και πολιτικό. Σε μερικές περιπτώσεις είναι επιπλέον ηθική αυτουργία σε ειδεχθή εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και κατεξουσιασμούς αδύναμων εθνών.
Τώρα, στο επίπεδο των πολιτικών ελίτ των καθεστώτων έμμεσης αντιπροσώπευσης, που αυτάρεσκα και κατ' ευφημισμό ονομάζουν έμμεση «δημοκρατία» τα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα, είναι ίσως η τελευταία νομιμοποιητική σανίδα σωτηρίας, για να διαιωνίσουν λίγο ακόμη τα προνόμια νομής της εξουσίας και τα επενδυμένα συμφέροντα, πριν τα μέλη των εθνικών οντοτήτων αξιώσουν πραγματική δημοκρατία, ένα δηλαδή αποτελεσματικό έλεγχο της εξουσίας από τους εντολείς πολίτες.
Μία τέτοια στάση δεν είναι ανατρεπτική επανάσταση παρά μόνο μία πνευματική και πολιτική-δημοκρατική επανάσταση. Για να το πούμε διαφορετικά, αν ισχύει αυτό που λέμε εδώ, δηλαδή ότι και να συμβαίνει στα καθεστωτικά εποικοδομήματα η ανθρωπολογική ετερότητα των εθνών κτίζεται εις πείσμα της εκάστοτε υλιστικής δημόσιας σφαίρας, τότε οι πολίτες δεν έχουν, παρά να ζητήσουν να ενσωματωθεί ο πνευματικός τους κόσμος στη δημόσια σφαίρα. Μια τέτοια στάση των μελών των εθνών θα αναδεικνύεται ολοένα και περισσότερο, ενόσω ο υλισμός καταποντίζεται μέσα στη δίνη των αντιφάσεών του και ενόσω οι εθνικές κοσμοθεωρίες θα γίνονται άξονας της πολιτικής ζωής.
Πιο πάνω υποστηρίξαμε ότι απαιτείται αλλαγή κοσμοθεωρητικού παραδείγματος με ανάδειξη της εθνικής κοσμοθεωρίας και της εθνικής ανεξαρτησίας ως άξονες της εθνοκρατικής ζωής και του εθνοκρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος. Η αλλαγή παραδείγματος είναι κάτι το πολύ συγκεκριμένο, απτό και άμεσο: Είναι η εισροή, όπως είπαμε, του πνευματικού κόσμου των πολιτών για διαμόρφωση της δημόσιας σφαίρας κάθε εθνοκράτους σύμφωνα με την υποκείμενη ανθρωπολογική ετερότητα. Κάτι τέτοιο, υποστηρίχθηκε βάσιμα, οδηγεί ακαριαία σε δημοκρατικές αξιώσεις προσανατολισμένες στην κοινωνική και πολιτική ελευθερία.
Εν τούτοις, κανείς θα πρέπει να αναμένει ότι η πορεία εκδημοκρατικοποίησης θα είναι βραδύκαυστη. Πέρα των υπολειμμάτων ιδεολογικών επιρροών που προαναφέραμε, αυτό οφείλεται σε συγκεκριμένους λόγους:
α) Οι τεχνοκράτες -και η πολιτική ηγεσία στα καθεστώτα έμμεσης δημοκρατίας γίνεται και αυτή ολοένα και πιο τεχνοκρατική- δεν είναι σε θέση να εξωθήσουν σε μια τόσο μεγάλη αλλαγή κοσμοθεωρητικού παραδείγματος.
β) Στον πνευματικό χώρο η δυσκαμψία κατάργησης των πανεπιστημιακών ιδεολογικοπολιτικών εκπαιδευτηρίων συντηρεί και αναπαράγει την πνευματική παρακμή λειτουργώντας ανασταλτικά στις αξιώσεις δημοκρατίας και πολιτικής ελευθερίας.
γ) Οι πολιτικές ηγεσίες καλοκαθισμένες πάνω στους εξουσιαστικούς θώκους των καθεστώτων πολλαπλά έμμεσης -αν όχι μηδενικής- αντιπροσώπευσης εναλλάσσονται την εξουσία διαπληκτιζόμενες χαριτωμένα, όταν αποκαλύπτεται πως η καταχρηστική νομή της εξουσίας του ενός είναι μεγαλύτερη από του άλλου.
Απ’ το βιβλίο: Παναγιώτης Ήφαιστος, Κοσμοθεωρία των Εθνών, Εκδόσεις Ποιότητα
Το κείμενο παρατίθεται χωρίς υποσημειώσεις.