Ελληνική ηγεμονία

Θεόδωρος Ι. Ζιάκας

Με βάση τον πολιτισμικό ορισμό της εθνικότητας, το Βυζάντιο εύκολα αναγνωρίζεται ως πολυεθνική κρατική μορφή υπό ελληνική ηγεμονία. Κι αυτό γιατί ο βυζαντινός πολιτισμός διατηρεί το ελευθεροκεντρικό πρόταγμα: Πιστεύει στην ατομική αυτεξουσιότητα και διατηρεί το σύστημα των Κοινών, το οποίο την ενσαρκώνει στο κοινωνικό και στο πολιτικό πεδίο. Είναι δηλαδή ελληνικός πολιτισμός.

     Το επιχείρημά μας για την ελληνικότητα του βυζαντινού πολιτισμού στηρίζεται έτσι στην αποκλειστική ταύτιση της ελληνικότητας με το ελευθεροκεντρικό πρόταγμα και στην αντίστοιχη αποκλειστική διαφοροποίηση της από το δεσποτισμό (τον ανατολικό και τον δυτικό-φεουδαρχικό).5 Στη βάση αυτή, αναιρείται πλήρως το επιχείρημα ότι η χριστιανικότητα του Βυζαντίου αποκλείει την ελληνικότητά του. Ο ελληνικός-ελευθεροκεντρικός χαρακτήρας του Βυζαντίου δεν αίρεται από τη λειτουργία των προσωποκεντρικών ελκυστών, που του έχει εμφυτεύσει ο χριστιανισμός. Απεναντίας: η απόλυτη ελευθερία, η τροφοδοτούμενη από την έλξη του χριστιανικού προτύπου, εδραιώνει το αυτεξουσιαστικό κεκτημένο, εξασφαλίζοντας έτσι τη διατήρηση της ελληνικότητας και επιπλέον την ανάπτυξη της οικουμενικής ελευθεροκεντρικής της δυναμικής και άρα λειτουργικότητας.

     Βεβαίως θα μπορούσαμε να προσφύγουμε στην εύκολη λύση: την απόδειξη της ελληνικότητας του Βυζαντίου με την αδιαμφισβήτητη ελληνοφωνία του. Όπως, κατά κανόνα, συνηθίζει η ελληνοκεντρική διανόηση. Αυτό όμως είναι μέγα λάθος, διότι η εθνικότητα δεν ορίζεται από τη γλώσσα. Η αναγωγή της ελληνικότητας στην ελληνοφωνία είναι όχι μόνο εννοιολογικό σφάλμα, αλλά και αντίθετη στα ιστορικά δεδομένα.6 Η ελληνική ηγεμονία στο βυζαντινό ιστορικό σχήμα αποδεικνύεται μόνο από τον ελευθεροκεντρικό χαρακτήρα του βυζαντινού πολιτισμού.

Από το βιβλίο: Θεόδωρος Ι. Ζιάκας, Ο σύγχρονος μηδενισμός, Εκδόσεις Αρμός

 


5. Η αποκλειστική ταύτιση ελευθεροκεντρισμού και ελληνικότητας διαρκεί ως τον 18ο αιώνα, όταν ανατέλλει ο νεωτερικός ελευθεροκεντρικός πολιτισμός. Έκτοτε ο ορισμός της ελληνικότητας γίνεται πιο σύνθετος, καθώς καλούμαστε να ξεκαθαρίσουμε αν και σε τι διαφέρουν ο ελληνικός και ο νεωτερικός ελευθεροκεντρισμός.

6. Ο Άρης Ζεπάτος, αναιρώντας την ταύτιση ελληνικότητας-ελληνοφωνίας και συνάμα την υποτιθέμενη ασυμβατότητα ελληνισμού-χριστιανισμού, γράφει: «Μείναμε Έλληνες γιατί κρατήσαμε την πίστη μας στον Χριστό. Μπορεί να χάσαμε τη γλώσσα μας στο Ερζερούμ ή την Καισάρεια, μπορεί να χάσαμε την ελληνική παιδεία μας, εφ' όσον όμως κρατήσαμε τον Χριστό, η ελληνικότητα ήταν αυτονόητη και παρούσα. Αντιθέτως όσοι Έλληνες εγκατέλειψαν τον Ιησού Χριστό, έστω κι αν διατήρησαν την ελληνική γλώσσα, έχασαν την ελληνική τους συνείδηση. Το φαινόμενο αυτό το παρατηρούμε στους Τουρκοκρητικούς, στους Τουρκοκυπρίους, στους Βαλαάδες της Κοζάνης, στη μερίδα των Ποντίων που εξισλαμίστηκαν. Αυτοί εγκατέλειψαν τον Χριστό και διατήρησαν την ελληνοφωνία τους. Η ελληνοφωνία δεν βοήθησε καθόλου στη διατήρηση της ελληνικότητάς τους. Κι εδώ έχουμε ένα φαινόμενο με απόλυτη ισχύ. Εγκατάλειψη του Ιησού Χριστού με διατήρηση της ελληνοφωνίας συνοδεύεται πάντα από την απώλεια της ελληνικότητας. Ενώ, αντιθέτως, η απώλεια της ελληνοφωνίας σε συνδυασμό με την πίστη στον Χριστό συνοδεύεται πάντα από τη διατήρηση της ελληνικότητας. Αυτό υπαινίσσεται ότι η πίστη στον Χριστό εγκλείει μυστικά και το ελληνικό πολιτιστικό υπόβαθρο». (Άρης Ζεπάτος, «Ο Ελληνισμός και ο χριστιανισμός είναι εχθροί;», περ. Άρδην, τευχ. 66.) Η συνάρτηση της ελληνικότητας με την πίστη στο πρόσωπο του Χριστού, ενώ είναι αποδεδειγμένη για τον προνεωτερικό Ελληνισμό, ενοχλεί τον νεωτερικό Έλληνα, που δεν πιστεύει στον Χριστό. Δεν είναι Έλληνας; Ο Ζεπάτος δεν αμφισβητεί την ελληνική συνείδηση ενός τέτοιου ατόμου. Υποστηρίζει απλώς ότι πληθυσμοί αποχριστιανισμένων Ελλήνων είναι καταδικασμένοι, σε δυο τρεις γενιές, να χάσουν την ελληνική τους συνείδηση. Το γενικότερο ερώτημα που υπαινίσσεται και έχει άμεση σχέση με το θέμα μας είναι τούτο: Θα διατηρούν άραγε την ελληνικότητά τους οι απόγονοι των βυζαντινών Ελλήνων, όταν θα έχει ολοκληρωθεί ο εκνεωτερισμός τους;