Xρήστος Γιανναράς
Δήλωσαν από μόνοι τους υποψήφιοι για την αρχηγία. Του κόμματος που με θυμό συνέτριψε η λαϊκή ψήφος. Και γελοιοποίησαν το εξουθενωμένο κόμμα συζητώντας, με συντελεσμένη την κατάρρευση, ένα και μοναδικό πρόβλημα: Τη μέγιστη δυνατή διεύρυνση του αριθμού των εκλεκτόρων τους!
Προφανή τα κίνητρα: Οσο πιο μειονεκτική είναι μια υποψηφιότητα (σε φυσικά προσόντα και σε πολιτική σοβαρότητα) τόσο πιο πεισματική η απαίτηση πολλαπλασιασμού των εκλεκτόρων. Ξέρουν οι αυθυποψήφιοι ότι η ποδοσφαιρόμυαλη μάζα ψηφίζει τους ωραίους, τις χαμογελαστές, τους μπουφόνικους κενολόγους. Σε τέτοιες εκτιμήσεις ελπίζουν.
Η δήλωση που συνόδευε κάθε υποβολή υποψηφιότητας ήταν και μια ωμή περιφρόνηση της νοημοσύνης των πολιτών: Ούτε λέξη για τα αίτια της εκλογικής συντριβής, ούτε ίχνος προβληματισμού για δικές τους ευθύνες. Κι όμως, δεν ήταν οπαδοί στις κερκίδες, ήταν κεντρικοί παίκτες στην αρένα, υπουργοί της κυβέρνησης, φιγουράτα κομματικά στελέχη. Δεν έβλεπαν, λοιπόν, τα μοιραία λάθη, τα αναίσχυντα σκάνδαλα, την εξόφθαλμη ανικανότητα του ηγήτορα;
Ποια ήταν η δική τους κριτική αντίδραση, η τίμια και υπεύθυνη παρέμβασή τους; Αν έχουν ανάστημα που το φαντάζονται ηγετικό, γιατί δεν το ύψωσαν;
Ως την τελευταία στιγμή θριαμβολογούσαν, λιβάνιζαν γλοιωδώς τον αρχηγό, δεν τολμούσαν να ψελλίσουν αντίρρηση, κριτική παρατήρηση, δημιουργική υπόδειξη. Και τώρα διεκδικούν την αρχηγία. Απέκτησαν ξαφνικά, από το τίποτα, ραχοκοκαλιά πολιτικής ευτολμίας; Ασπόνδυλοι χειροκροτητές, ώς μόλις χθες, και θα αντιπολιτευθούν τώρα, με πολιτική φερεγγυότητα και σθένος, τη θριαμβεύουσα σοσιαλεπώνυμη παντοδυναμία; Μα, που να πάρει η ευχή, ακόμα και η πιο αρρωστημένη φιλοδοξία πρέπει να προφασίζεται κάποιον ρεαλισμό.
Δύο από τους αυθυποψήφιους είχαν φτιάξει κάποτε δικά τους κόμματα. Και απέτυχαν μετά πατάγου. Εχουν, λοιπόν, δώσει τις εξετάσεις τους, δοκιμάστηκαν στην πράξη, φάνηκε καθαρά ποιες είναι οι ηγετικές τους ικανότητες. Πώς τολμάνε σήμερα, με τέτοιο βεβαρημένο παρελθόν, να διεκδικούν ασύγκριτα υπέρτερες ηγετικές ευθύνες; Είναι σαν να λένε στους πολίτες: «Είχαμε περίπτερο, το χαντακώσαμε, εμπιστευθείτε μας τώρα να διαχειριστούμε υπεραγορά»!
Οχι λιγότερο προκλητική και η υποψηφιότητα, που τα ηγετικά της προσόντα δοκιμάστηκαν (γυμνώθηκαν ανηλεώς) στον θώκο της δημαρχίας Αθηνών και στην πολιτική ηγεσία της ελλαδικής διπλωματίας. Η περίπτωση τρομάζει περισσότερο από κάθε άλλη, γιατί διαθέτει τους πιο μεθοδικούς, χρόνια τώρα, απίστευτα δικτυωμένους μηχανισμούς ψιμυθίωσης της ασημαντότητας. Η οικογένεια που προωθεί τη συγκεκριμένη υποψηφιότητα, δεν κρύβει τις διασυνδέσεις της με τον αμερικανικό παράγοντα, τις ισχυρές προσβάσεις της στα ΜΜΕ, τις συμμαχίες της με πανίσχυρα κέντρα οικονομικής εξουσίας. Υποψηφιότητα εκκωφαντικής μετριότητας, χωρίς την παραμικρή ποτέ πρωτοτυπία στη σκέψη, καινοτόμο πρωτοβουλία, ευφάνταστο δημιουργικό ενέργημα, κάποιον κάποτε λόγο που να σπιθίζει, να παραπέμπει σε όραμα, σε καίριο πολιτικό στόχο. Και έφτασε να θεωρείται αυτονόητη η υποψηφιότητα αυτής της ένσαρκης πολιτικής ανυπαρξίας, μόνο για το χαμόγελο παντός καιρού που περιφέρει επιτηδευμένα – να προβάλλεται καταιγιστικά σαν «φυσική» (πατρογωνικώ δικαιώματι) ηγέτις κόμματος εξουσίας.
Ισως η υποστήριξη και ο προπαγανδισμός της αλήστου Πλεκτάνης Ανάν να αποδειχθεί τελικά προϋπόθεση ηγετικής σταδιοδρομίας: ανόδου στον θώκο αρχικά του υπουργείου Εξωτερικών, έπειτα στην ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τελικά στην πρωθυπουργία. Τον δρόμο άνοιξε ο σημερινός πρωθυπουργός. Και στα ίχνη του, η επικρατέστερη για την αρχηγία της Ν.Δ. υποψηφιότητας. Η μεθοδικά αποχαυνωμένη ελλαδική κοινωνία μοιάζει να μην αντιλαμβάνεται ούτε καν τον βιασμό της.
Είκοσι οχτώ χρόνια τώρα, η Ν.Δ. προσπαθεί να γίνει ΠΑΣΟΚ και δεν τα καταφέρνει, ο ανεκπλήρωτος εκπασοκισμός της καθηλώνει τον πολιτικό και κοινωνικό βίο σε ανυπόφορη πια υπανάπτυξη. Μετά την πανωλεθρία Μητσοτάκη, στην τριετία 1990-1993 και την αυτεξόντωση Κωνσταντίνου Καραμανλή του βραχέος, στην πενταετία 2004-2009, σε αυτό το κόμμα απομένει ένα και μόνο ενδεχόμενο επιβίωσης: Να αποκτήσει δική του πολιτική ταυτότητα, δικούς του κοινωνικούς στόχους. Και ταυτότητα δεν μπορεί να αποκτηθεί με ρητορικές γελοιότητες περί «μεσαίου χώρου», δήθεν προβληματισμούς για «περισσότερο» ή «λιγότερο κράτος», μεγαλύτερη ή μικρότερη εύνοια για την «ιδιωτική πρωτοβουλία».
Δεν είναι οι απόψεις για τη διαχείριση της οικονομίας που θα προσδώσουν πολιτική ραχοκοκαλιά στη Ν.Δ. Είναι η δυνατότητα να πείσει ότι μπορεί να οικοδομήσει μια κοινωνία διαφορετική από αυτήν που διαμόρφωσε το ΠΑΣΟΚ των Α. Παπανδρέου, Κ. Μητσοτάκη, Κ. Σημίτη, Κ. Καραμανλή του βραχέος:
Μια κοινωνία που τις λειτουργικές της ανάγκες και τους στόχους της θα υπηρετεί κρατικός μηχανισμός με θεσμικές εγγυήσεις ανεξαρτησίας από την εκάστοτε κομματική κυβέρνηση, συγκροτημένος με αυστηρά αξιοκρατική ιεράρχηση των λειτουργών του, συνεχή έλεγχο της ποιότητας και των ικανοτήτων τους. Να πάψει η δημοσιοϋπαλληλία να είναι το «φιλάνθρωπο» βόλεμα ανθρώπων παραιτημένων από το πείσμα και το όραμα της δημιουργίας, καταφύγιο του κοινωνικού παρασιτισμού, θεσμοποιημένη αμνήστευση των χαραμοφάηδων, των συμπλεγματικών τυραννίσκων, των χρηματιζόμενων εκβιαστών. Να εξαρτηθεί η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων από τη συνεχή και αδιάβλητη αξιολόγησή τους.
Να πείσει η Ν.Δ. ότι έχει τον ρεαλισμό μεθόδου και στρατηγικής να ελευθερώσει την ελληνική κοινωνία από τον ζυγό της δουλείας στον γκανγκστερικό συνδικαλισμό, να αποτινάξει την τυραννία των συντεχνιακών συμφερόντων, των «απεργιών κοινωνικού κόστους». Να εξαλείψει τον εφιάλτη της αυθαιρεσίας των χρυσοκάνθαρων «εργατοπατέρων», της φασιστικής βίας των καπήλων της Αριστεράς.
Να παρουσιάσει η Ν.Δ. δική της πρόταση για την παιδεία απαλλαγμένη από τη συμπλεγματική υποταγή στον εθνομηδενισμό της «προοδευτικής» ξιπασιάς. Να ξαναστήσει εξ υπαρχής προγράμματα διδακτέας ύλης με προτεραιότητα όχι στο μπούκωμα με «εκσυγχρονισμένη πληροφορία», αλλά στη γλώσσα ως λογική και στα μαθηματικά ως γλώσσα. Να προσφέρει στο παιδί μιαν «επανανακάλυψη» της ελληνικότητας με μίτο τα χνάρια που άφησε στη γλώσσα, στην Τέχνη, στον στοχασμό η Γενιά του ’30.
Να καταστήσει έμπρακτα πρωτεύον πολιτικό πρόβλημα το δημογραφικό. Κατεπείγοντα τον σχεδιασμό κινήτρων για την εξισορρόπηση κατανομής του πληθυσμού στη χώρα – είναι νομοτελειακά καταδικασμένο σε διάλυση ένα κράτος που ο μισός πληθυσμός του βρίσκεται στην πρωτεύουσα. Ρεαλιστική πρόκληση για μια πολιτική ιδιοφυΐα είναι να κάνει την ύπαιθρο ζηλευτή στη νεολαία, δυνατότητα και ευκαιρία για υψηλή ποιότητα ζωής, για ικανοποίηση δημιουργίας.
Η Ν.Δ. δεν θα αποκτήσει ποτέ δική της πολιτική ραχοκοκαλιά και ρεαλιστική ταυτότητα, αν δεν ξεκαθαρίσει η ίδια στον εαυτό της, τι πιστεύει για τον «εμφύλιο»: Ηταν ενοχή και ανεξίτηλη πολιτική μειονεξία ή καύχηση και τίτλος τιμής η αντίσταση στο ζαχαριαδικό πραξικόπημα, στον ένοπλο εξαναγκασμό να προσαρτηθεί και η Ελλάδα στον ολοκληρωτικό σταλινικό «παράδεισο»; Δεν θα ορθοποδήσει ποτέ η Ν.Δ. αν συνεχίσει να μειονεκτεί απροβλημάτιστη απέναντι στον «προοδευτικό» φασισμό καπηλείας των οραμάτων της Αριστεράς.
Και οι τέσσερις αυθυποψήφιοι ηγέτες εγγυώνται την πολιτική και κοινωνική εκπόμπευση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ολοφάνερα.
Αναδημοσίευση από την Kαθημερινή - Ημερομηνία δημοσίευσης: 25-10-09