Tου Xρήστου Γιανναρά
Η υπεράσπιση της λογικής είναι χρέος άμυνας (αλλά και αντανακλαστικό άμυνας) προκειμένου να περισωθεί η ανθρωπιά του ανθρώπου. Χρέος, λοιπόν, ή και αυθόρμητη αντίδραση, να πούμε απερίφραστα ότι: Η καταστροφή, η λεηλασία, ο εμπρησμός ιδιωτικών καταστημάτων, αυτοκινήτων, πανεπιστημιακών και σχολικών κτηρίων δεν έχει την παραμικρή λογική σχέση με διαμαρτυρία για την οσοδήποτε βάναυση συμπεριφορά της αστυνομίας. Αλλά και ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός που απλώς ανακυκλώνει την καμαρίλα του κομματικού αρχηγού, είναι βιασμός της λογικής να χαρακτηρίζεται «ριζική κυβερνητική αλλαγή», «ανατρεπτική πολιτική καινοτομία».
Ο παραλογισμός φοβίζει περισσότερο και από τη βία. Παράγει τη βία, πισωγυρίζει τον άνθρωπο στις ανεξέλεγκτες ορμές του, στη ζούγκλα. Πέντε χρόνια τώρα ο πρωθυπουργός αρνείται την κοινή λογική στη συγκρότηση της κυβέρνησής του –τη λογική της παραγωγής έργου, της διακονίας των κοινωνικών αναγκών, της αναμέτρησης με συγκεκριμένα προβλήματα. Δική του επιδίωξη, από την πρώτη στιγμή ώς σήμερα, είναι να πετύχει εσωκομματικές ισορροπίες και να κολακέψει εκλογικές περιφέρειες. Δεν διανοείται να ψάξει ποιος είναι ο ικανότερος, ο πιο καταρτισμένος και έτοιμος να αντιμετωπίσει το τάδε πρόβλημα, να παραγάγει έργο στον δείνα τομέα.
Μοιράζει τα υπουργεία σαν να πρόκειται για κομματικούς μπουναμάδες. Τα μοιράζει σε κοτζαμπάσηδες του κόμματος, σε συγγενείς, σε φιλαράκια. Τον έναν, από υπουργό της Αστυνομίας τον κάνει υπουργό Πολιτισμού, τον άλλον, από τη Δικαιοσύνη τον ξεπετάει στη Ναυτιλία, τον τρίτο, από τον Τουρισμό στην Παιδεία, την άλλη, από το δημαρχείο στην εξωτερική πολιτική. Πρόκειται μάλλον για μοιρασιά με τη λογική της εφόρμησης στην εξουσία, στον εύκολο πλουτισμό, στην εφήμερη δόξα. Δηλαδή για ανατριχιαστική πολιτική αλογία.
Γι’ αυτό και με τον ανασχηματισμό δεν αλλάζει τίποτα. Τι άλλαξε στην εκπαιδευτική πολιτική με το πέρασμα από την κυρία Γιαννάκου στον κύριο Στυλιανίδη, τι θα αλλάξει τώρα με την παράδοση της εκπαίδευσης των παιδιών μας σε έναν ακόμα προκλητικά άσχετον, τον κύριο Αρη; Ιδια ήταν και η λογική συγκρότησης των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, ίδιοι και οι στόχοι – ψηφοθηρικός λαϊκισμός, κολακεία της αγραμματοσύνης και να κυβερνάει «σύρριζα» ο αριστερίστικος καριερισμός. Είτε με ΠΑΣΟΚ είτε με Ν.Δ. ίδια η λογική του εκπαιδευτικού συστήματος, ετοιμάζει κουκουλοφόρους. Εκπαιδεύει τα μαθητούδια να συνδικαλίζονται, να εκβιάζουν με καταλήψεις, με αποκλεισμούς κεντρικών δρόμων, να καταστρέφουν και να καταρρυπαίνουν τους χώρους της σπουδής. Τα ποτίζει με την αλογία διεκδικήσεων και δικαιωμάτων δίχως αντίβαρο υποχρεώσεων και αξιολογικής κρίσης, έρμαια στη στρατολόγησή τους από τους επαγγελματίες της πολιτικής σε τάχα και «μαθητικό κίνημα».
Για να διασώσουμε τη λογική μας, δηλαδή την ανθρωπιά μας, είμαστε υποχρεωμένοι να βροντοφωνάξουμε ότι «ριζική κυβερνητική αλλαγή» και «ανατρεπτική πολιτική καινοτομία» θα ήταν ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός με τόλμη ρήξεων. Να πάψει το σχολειό να είναι παίγνιο της κομματοκρατίας και του αριστερόσχημου φασισμού, εκκολαπτήριο κουκουλοφόρων. Να ανατραπεί από τα θεμέλια η λογική του σημερινού εκπαιδευτικού συστήματος, να αποκατασταθεί με συνέπεια αγωγή δημοκρατίας, σεβασμού των θεσμών, διάκρισης ποιοτήτων, αξιολογικής κρίσης και συνακόλουθης άμιλλας.
Μόνο ένας ανασχηματισμός ριζοσπαστικής αλλαγής προσώπων αλλά και πολιτικής θα είχε κάποιες πιθανότητες να αποτρέψει την επερχόμενη, σίγουρη πια, εκλογική πανωλεθρία του πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του. Γιατί, λοιπόν, δεν τολμάει; Θα μπορούσε, τουλάχιστον, να ερευνήσει με δημοσκοπήσεις: τι θα κέρδιζε σε ψήφους ή τι θα έχανε, αν ξανάστηνε σχολειά με αυστηρή εκπαιδευτική λογική και πανεπιστήμια με ασυμβίβαστες απαιτήσεις σοβαρότητας των σπουδών και της έρευνας. Ποιο ποσοστό του πληθυσμού προτιμάει τη σημερινή εγκληματική καπηλεία του ακαδημαϊκού ασύλου, ποιο ποσοστό θα ήθελε να συνεχιστεί η τρέχουσα παράνοια: να οδηγούν οι δάσκαλοι (ο γυμνασιάρχης, ο γυμναστής) τα σκολιαρόπαιδα έξω από αστυνομικά τμήματα για να επιτεθούν με νεράτζια και πέτρες ουρλιάζοντας «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι».
Είναι περισσότερο από φανερό ότι ο σημερινός πρωθυπουργός έχει πολιτικά τελειώσει. Οι πολιτικές του ικανότητες εξαντλήθηκαν σε διανομές και αναδιανομές υπουργείων με κριτήρια παντελώς άσχετα προς οποιαδήποτε πολιτική στόχευση, κοινωνική σκοποθεσία, ιδεολογικό οραματισμό. Θα σταλεί να ιδιωτεύσει τόσο νέος, με δυσφόρητο φορτίο ντροπής για την ανικανότητα και την παταγώδη αποτυχία του. Και στον πολιτικό ορίζοντα δεν υπάρχουν δυνάμεις για να συγκρατήσουν ή να μεταπλάσουν τον παραλογισμό της βίας που κυοφορήθηκε, είκοσι εννέα ολόκληρα χρόνια, στα σχολειά και στα πανεπιστήμια.
Αναπότρεπτα ο αριστερόσχημος φασισμός, έτσι που καταλύει, σε καθημερινή βάση, την έννομη τάξη, θα προκαλέσει την εκκόλαψη του ακροδεξιού ομολόγου του με λυσιτελή προσχήματα. Και καμιά αστυνομία δεν είναι ικανή να αποτρέψει το αίμα της απευθείας σύγκρουσης των εκθηριωμένων από την ανικανότητα, τη φαυλότητα, την ιδιοτέλεια των επαγγελματιών της πολιτικής. Φυσικά, οι πρώτοι που θα πληρώσουν θα είναι, όπως πάντοτε, όσοι θα προσπαθήσουν να σώσουν τη λογική, δηλαδή την ανθρωπιά τους, μέσα στην παράνοια της σύγκρουσης των φασισμών.
Ισως τελευταία ελπίδα για ανάσχεση του εφιάλτη να ήταν ο κυβερνητικός ανασχηματισμός που επιχειρήθηκε πριν από λίγες μέρες. Ελπίδα ουτοπική, επιπόλαιη. Πώς θα μπορούσε ο επί πέντε χρόνια παντελώς ανυποψίαστος για τα ουσιώδη και δραματικά ανίκανος για ρήξεις πρωθυπουργός να μεταμορφωθεί σε ηγέτη; Πώς να αναστήσει ο κωματώδης το πεθαμένο, κοινωνικά και ιδεολογικά, τριάντα ατέλειωτα χρόνια, κόμμα του; Και όποιος βρίσκει υπερβολικούς τους χαρακτηρισμούς, ας μας θυμίσει έστω μία μόνη φορά, όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν στην κυβέρνηση και ο «Συνασπισμός» στην εξουσία, που να αντιτάχθηκε η Ν.Δ. στην εκπαιδευτική τους πολιτική, στον «προοδευτικό» μηδενισμό τον εκκολάπτοντα κουκουλοφόρους.
Ο κύκλος της βίας είναι αναπότρεπτο να συνεχιστεί, ο Μινώταυρος ορέγεται αίμα. Γιατί και ο κύριος Αρης δεν έχει πολιτική να εφαρμόσει, δεν έχει πρόταση. «Διάλογο» εκλιπαρεί και αυτός, με επικοινωνιακά τσαλιμάκια να ψευτογελάσει τον Μινώταυρο. Και το ακόμα πιο απειλητικό: Η αδήριτα επερχόμενη εκλογική πανωλεθρία του πρωθυπουργού ανοίγει καινούργιο κύκλο παρακμιακής υποβάθμισης της ελληνικής κοινωνίας, τον κύκλο του διδύμου των επιγόνων Παπανδρέου και Μητσοτάκη. Η σε πείσμα κάθε λογικής αναρρίχηση και των δύο σε υψηλά ποσοστά της προτίμησης των ψηφοφόρων έχει εκθρέψει φιλύποπτα (όχι όμως και ασύστατα) σχόλια για δραστικές μεθόδους με τις οποίες ο «ξένος παράγων» μπορεί και ποδηγετεί την ελληνική κοινωνία. Πώς αλλιώς να ερμηνευτεί η παράκαμψη της εκπληκτικής ευφυΐας για χάρη της θλιβερής μετριότητας ή του έκτακτου διπλωματικού ταλέντου για χάρη της ευτελώς φιλομειδούς ανεπάρκειας.
Ο στροβιλώδης φαύλος κύκλος της αλογίας δεν ξεκίνησε στις 6 Δεκεμβρίου 2008. Απλώς πήρε καταιγιστικό χαρακτήρα η συγκομιδή των συνεπειών του πολιτικού μηδενισμού τριάντα χρόνων.
Αναδημοσίευση από την Καθημερινή